Του Αντώνη Αντωνάκου
Ζω σε μια χώρα σχεδόν ισλαμική, με φανατικούς χριστιανούς, που αύριο μπορεί να γίνουν χίτες, γερμανοτσολιάδες, λογοκριτές. Εδώ, που οι ξιπασμένοι παπάδες, στήνουν μεγάφωνα έξω απ’ τους ναούς για να ακούγεται η λειτουργία τους στο υπερπέραν. Για να σκεπάσουν το αηδόνι και το κελάρυσμα του νερού. Για να φιμώσουν τον κυριακάτικο ερωτικό οίστρο του νοικοκύρη που τόλμησε να έχει καύλες.
Ζω σε μια χώρα που βασιλεύει η αυθάδεια της υπερβολής. Απ’ την ακραία ζωώδη χαρά στην κατάθλιψη κι απ’ την απόλυτη ομορφιά του τοπίου στα σκατά. Απ’ τις επαναστατικές ιαχές των καφενείων στα δουλικά σπασίματα της μέσης. Κι απ’ το αρχαίο ένδοξο κλέος στο ξεπούλημα της αγοράς. Εκεί που η σκοτεινιά της συναλλαγής του πλούτου με τους πρόθυμους ανθρωποδιορθωτές καρπίζει πόνο, δυστυχία, γρίνια και συστημικούς στοχαστές.
Ζω σε μια χώρα που έχει χάσει το μέτρο προ πολλού και επιτρέπει στους δυνάστες της, με πανηγυρικό τρόπο να της πασπατεύουν τα κωλομέρια. Ζω σε μια χώρα όπου πολιτική διακονούν οι γραμματιζούμενοι ηλίθιοι του εθελοντισμού και των δράσεων. Ζω σε μια χώρα με οθόνες και κάφρους που περιμένουν να δούνε μπάλα και μόνο μπάλα. Με ανθρωπόμορφες μαϊμούδες που νομίζουν πως το σκυλάδικο είναι παράδοση και η μαγκιά ελληνική πατέντα.
Ζω σε μια χώρα που την ξεπάστρεψαν οι νεοέλληνες, αναθέτοντας την καταστροφή της στους βλαχοδήμαρχους. Ζω σε μια χώρα όπου εκπαίδευση σημαίνει πρωινή προσευχή, μάντρωμα, παρελάσεις, στρατωνισμός. Ζω σε μια χώρα όπου ο γυμνισμός είναι παράπτωμα και η ζωή στη φύση ποινικό αδίκημα. Σε μια χώρα με ξαπλώστρες και ομπρέλες φυτεμένες στα ιδιωτικά χοιροστάσια της παραλίας. Ζω σε μια χώρα που έχει πάνω απ’ το μισό πληθυσμό της στοιβαγμένο στις τσιμεντένιες φαβέλες των Αθηνών.
Σε μια χώρα όπου κουρδισμένοι άνθρωποι κόβουν απ’ το ψαχνό τους για τον έμπορα. Ζω σε μια χώρα που κλειδώνει τα παιδιά της στα διαμερίσματα για να μη γίνουν πούστηδες ή ναρκομανείς, αλλά τα μετατρέπει με τον πιο ανήθικο τρόπο σε πρεζάκια κατανάλωσης πλαστικής σαβούρας. Σε παπαγαλάκια κάθε αστραφτερής αυταπάτης με γκόμενες, εξοχικό και λεφτά. Ζω σε μια χώρα που ο πλούτος της μεταφράζεται σε λεφτά, αξιοποίηση, ανάπτυξη, εκμετάλλευση, αγορά.
Ζω σε μια χώρα όπου οι κουράδες των πολιτών της καταλήγουν στη θάλασσα. Ζω σε μια χώρα που ταΐζει τα παιδιά της με κουράδες. Με πρόχειρο φαγητό, πρόχειρο ερωτισμό, πρόχειρο βιβλίο, πρόχειρο γιατρό. Ζω σε μια χώρα που κάθεται σούζα μπροστά στα σαγόνια του ιερατείου και μπροστά στις βουρδουλιές του Κυρίου ημών κεφαλαιοκράτη. Ζω σε μια χώρα που έχει μονίμως κατεβασμένες τις τέντες για να μη φαίνεται απ’ τον απέναντι, που έχει κι αυτός μονίμως κατεβασμένες τις τέντες για να μην φαίνεται απ’ τον απέναντι.
Ζω σε μια χώρα που σκάβει με μανία για να βρει τους σάπιους ένδοξους βασιλιάδες του παρελθόντος, αλλά πετάει χαιρέκακα τα παιδιά της στην απλήρωτη εργασία της χαλυβουργικής. Ζω σε μια χώρα όπου οι λαλίστατοι κυβερνητικοί συνδικαλιστές και οι προστάτες της εργασίας γίνονται εν μια νυκτί παλλακίδες του Λάτση. Ζω σε μια χώρα όπου οι δημοκράτες φιλελεύθεροι καλλιτέχνες της γαντζώνονται στον υπερφαλλό του κυρίου εφοπλιστή.
Ζω σε μια χώρα όπου ο άνεργος ψηφίζει χεσμένος τη δεξιά, αχνίζοντας αυτό τον πατρικό φασισμό του τηλεοπτικού σαγηνευτή. Ζω σε μια χώρα που ψευτοζεί μαϊμουδίζοντας τους ξένους. Ζω σε μια χώρα με φαντασμένους ανθρώπους που πιστεύουν ότι θα τη σκαπουλάρουν. Ζω σε μια χώρα που θέλει να πουλήσει το νερό και τον ήλιο για να αγοράσει μεταξωτό βρακί και πόρτα ασφαλείας για να ασφαλίσει την παρακμή της.
Ζω σε μια χώρα που ψάχνει κάποιον άλλο να τη σώσει απ’ τον κακό εαυτό της κι απ’ τους ταλαντούχους δυνάστες της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.