Από τα μέσα του Ιανουαρίου και για ανυπολόγιστο ακόμα διάστημα, η Ελλάδα εισέρχεται, πρακτικά, σε περίοδο περιθωριοποίησής της σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς όλο το ενδιαφέρον και οι δυνάμεις της θα επικεντρώνονται στην «μάχη» της επιτυχούς αξιολόγησής της από το κουαρτέτο, προκειμένου να απελευθερωθεί μία ακόμα πολυπόθητη δόση δανείου και αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις ώστε να συμφωνηθεί ο τρόπος, αλλά και οι κανόνες και περιορισμοί για την έναρξη της συζήτησης για το χρέος - πυλώνας υποτίθεται της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά με γυάλινα πόδια.
Το ίδιο διάστημα, όμως, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Τουρκία θα βρίσκεται σε ένα ατελείωτο πάρτι με την Κομισιόν και τους εταίρους, με τον διμερή πολιτικό διάλογο σε πλήρη ανάπτυξη, με πρόσχημα το προσφυγικό και με στόχο να εδραιωθεί μια παράλληλη, αλλά απολύτως κατοχυρωμένη σχέση ΕΕ-Τουρκίας, χωρίς απαραίτητα την σύμφωνη γνώμη της Αθήνας και πολύ περισσότερο της Λευκωσίας, που βαδίζει στα τυφλά σε μια «συνολική λύση» αμφιβόλου αποτελέσματος και περιεχομένου.
Το σκηνικό αυτό στήθηκε και εγκρίθηκε, χωρίς καμία απολύτως συμμετοχή της Αθήνας στη διαμόρφωσή του, στις 29 Νοεμβρίου, όταν σε επίπεδο κορυφής συμφωνήθηκε το πλαίσιο των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας με αφορμή το προσφυγικό. Όμως οι «επιδόσεις» της Άγκυρας στον περιορισμό των μεταναστευτικών ροών, θα αρχίσουν να μετρούν το καλοκαίρι, αφού προηγουμένως η Τουρκία έχει δέσει για τα καλά τον διμερή και προνομιακό πολιτικό δεσμό της με την Ευρωπαϊκή Ένωση.