Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

Η Ρωσία κερδίζει τον πρώτο γύρο του νέου «ψυχρού πολέμου»


Του Αλέξ. Μουτζουρίδη

Νέους πολιτικούς και οικονομικούς «τριγμούς» στην Ευρώπη επέφερε το σε ισχύ ρωσικό εμπάργκο στα εισαγόμενα τρόφιμα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε μια σειρά χωρών – Γερμανία, Τσεχία, Φινλανδία, Σλοβενία, Σλοβακία – και τα κράτη της βαλτικής, πληθαίνουν οι φωνές διαμαρτυρίας για τις κυρώσεις κατά της Μόσχας που προκάλεσαν το εμπάργκο και που συνεπώς ζημιώνουν τις εξαγωγές προς τη Ρωσική Ομοσπονδία. Ακόμα και στο εσωτερικό των ΗΠΑ διατυπώνεται πιο ανοιχτά πλέον η άποψη ότι οι κυρώσεις μπορούν να έχουν μακροπρόθεσμα μηδενικό αποτέλεσμα ή αρνητικό για τα αμερικανικά συμφέροντα.

Από την πλευρά τους οι Ρώσοι, ανακοίνωσαν μικρή χαλάρωση του εμπάργκο σε ό,τι αφορά ορισμένα είδη που υποκαθίστανται δύσκολα, όπως τα γαλακτοκομικά χωρίς λακτόζη, τα συμπληρώματα και το καλαμπόκι, αλλά το επέκτειναν στα ζωντανά ψάρια. Ταυτόχρονα ο εκπρόσωπος Τύπου του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πέσκοφ, προειδοποίησε ότι η Ρωσία είναι έτοιμη να προχωρήσει σε νέα αντίμετρα κατά της Δύσης στην περίπτωση που αυτή δεν τηρήσει «εποικοδομητική» στάση. Έτσι, εν όψει και της προθυμίας μιας σειράς άλλων χωρών να συνάψουν εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία, ο εν εξελίξει «ψυχρός πόλεμος» στον οποίο ενεπλάκη η ΕΕ υπό την πίεση της Ουάσιγκτον φαίνεται πως γυρίζει «μπούμερανγκ».

6,7 δις ευρώ ετησίως το κόστος του εμπάργκο στην ΕΕ

Αναλυτές από την άλλη όχθη του Ατλαντικού, όπως του περιοδικού Forbes, αλλά και στην Ευρώπη, όπως η γερμανική Berenberg Bank, εκτίμησαν, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, ότι το ρωσικό εμπάργκο δεν επρόκειτο να έχει σημαντικές επιπτώσεις στη συνολική οικονομία της ΕΕ. Αιτιολόγησαν την άποψη αυτή με βάση το γεγονός ότι η Κομισιόν υπολόγισε το κόστος – και τις αποζημιώσεις – για τους Ευρωπαίους παραγωγούς αγροτικών προϊόντων στα 125 εκατομμύρια ευρώ και με βάση το ότι οι συγκεκριμένες εξαγωγές προς τη Ρωσία δεν ξεπερνούν το 0,1% του ΑΕΠ της Ένωσης. Ωστόσο τα πράγματα φαίνεται ότι δεν είναι ακριβώς έτσι.

Σύμφωνα με έκθεση του χρηματοοικονομικού και ασφαλιστικού ομίλου ING Group, όπως δημοσιεύτηκε στο Bloomberg, το κόστος της χαμένης παραγωγής για την ΕΕ ανέρχεται περίπου στα 6,7 δις ευρώ το χρόνο, μάλιστα με «συντηρητικούς υπολογισμούς». Μάλιστα «οι ενδεχόμενες επιπτώσεις του εμπάργκο στις εισαγωγές δυτικών τροφίμων εκτείνονται πέραν αυτών που αφορούν στα μη διατεθειμένα λαχανικά και φρούτα», ανέφερε η έκθεση «αφού αν υπολογιστεί η προστιθέμενη αξία που παράγεται στο διεθνές εμπόριο, διακυβεύονται περίπου 130.000 θέσεις εργασίας». Αυτό οφείλεται κυρίως στο spillover impact, δηλαδή τις αλυσιδωτές επιπτώσεις της διακοπής των εξαγωγών «στις εταιρείες και τους εμπόρους που προμηθεύουν και συνεργάζονται τους εξαγωγείς».

Η Γερμανία εκτιμάται ότι θα υποστεί το μεγαλύτερο πλήγμα από το εμπάργκο, ήτοι περίπου 1,3 δις ευρώ, η Πολωνία κινδυνεύει να απωλέσει ως και 23.000 θέσεις εργασίας στον αγροτικό τομέα, και οι βαλτικές χώρες – Λιθουανία, Εσθονία και Λετονία – πρόκειται, σύμφωνα με την ING, να υποστούν μείωση του ΑΕΠ τους από 0,2% ως και 0,4%. Ζημιά πρόκειται να υποστούν και οι ουκρανικές εξαγωγές, ενώ το πλεόνασμα προϊόντων στην Ένωση πιέζει ήδη προς τα κάτω τις τιμές.

Διαμαρτυρίες και εκκλήσεις για υπαναχώρηση στο θέμα των κυρώσεων

Πέρα από την Ελλάδα, για την οποία η εξέλιξη της υπόθεσης του ρωσικού εμπάργκο είναι ήδη γνωστή, κι άλλες χώρες κάνουν λόγο για σημαντικές ζημιές, διαμαρτυρόμενες παράλληλα για την ελλιπή βοήθεια από τις Βρυξέλλες. Οι ισπανικές αρχές για παράδειγμα ανέφεραν ότι εξαιτίας του εμπάργκο χάνονται εξαγωγές αγροτικών και άλλων διατροφικών προϊόντων αξίας 337 εκατομμυρίων ευρώ. Η στατιστική υπηρεσία της Ολλανδίας ανακοίνωσε επίσης, σύμφωνα με το Reuters, ότι η οικονομία της χώρας θα υποστεί ζημιές περίπου 300 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ διακυβεύονται ακόμη 200 εκατομμύρια ευρώ που διακινούνται σε υπηρεσίες σε γειτονικές χώρες στο πλαίσιο των εξαγωγών τροφίμων. Η ζημιά όμως για την ολλανδική οικονομία σύμφωνα με το σύνδεσμο εξαγωγέων VNO-NCW θα μπορούσε να είναι τριπλάσια, στα 1,5 δις ευρώ, αν ληφθεί υπόψη η αξία των ολλανδικών εταιρειών που λειτουργούν με έδρα την ανατολική Ευρώπη. Αλλά και η Πολωνία, της οποίας οι συνολικές εξαγωγές τροφίμων προς τη Ρωσία το 2013 ανήλθαν σε 1,5 δις δολάρια, ανακοίνωσε την πρόθεσή της να προσφύγει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου κατά της Ρωσίας για το εμπάργκο, το οποίο σύμφωνα με εκπροσώπους του εμπορικού συνδέσμου προκαλεί «τρόμο στους Πολωνούς παραγωγούς». 

Στην Αυστρία, ο συντονιστής της Ένωσης αγροτοπαραγωγών Rupert Gsols προειδοποίησε για σημαντικές μειώσεις στις τιμές, ενώ ο Λιθουανός εκπρόσωπος αγροτικών συνεταιρισμών ανέφερε ότι το ένα τρίτο των γαλακτοπαραγωγών της χώρας αδυνατούν να διοχετεύσουν την παραγωγή τους σε τρίτες χώρες. Για μικρότερες αλλά υπαρκτές ζημιές, σε σχέση με άλλες χώρες, έκανε λόγο η εφημερίδα Le Monde σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις του εμπάργκο στη γαλλική οικονομία. Αν και αυτές υπολογίζονται σε απώλεια 250 εκατομμυρίων ευρώ, το εμπάργκο δεν επηρεάζει τους κύριους τομείς εξαγωγών προς τη Ρωσία, όπως τα αλκοολούχα ποτά, ή την πολεμική βιομηχανία. Όπως ανακοίνωσε ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ, τα δύο πολεμικά πλοία τύπου Mistral που έχει αγοράσει η Ρωσία πρόκειται να παραδοθούν κανονικά, ανεξαρτήτως των κυρώσεων.

Με δεδομένη την υφεσιακή πορεία της συνολικής οικονομίας της ΕΕ και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν πολλές χώρες της, όχι μόνο μέλη της ευρωζώνης, δεν αποτελεί έκπληξη ότι ολοένα και περισσότερες από αυτές δυσανασχετούν ανοιχτά με την «αντιρωσική» στάση του μπλοκ λόγω των συνεπειών που αυτή έχει προκαλέσει. Ήδη ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας Robert Fico αντιτάχθηκε στην επιβολή περαιτέρω κυρώσεων στη Ρωσία από την Ουκρανία, αφού διακυβεύεται η προμήθεια φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Ακολούθησε ο υπουργός Οικονομικών της Τσεχίας, ο οποίος χαρακτήρισε «ανόητες» τις κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία, ενώ και ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπάν προειδοποίησε χαρακτηριστικά ότι «η Ευρώπη πυροβολεί τα πόδια της». Επίσης, ο δήμαρχος της Ρίγα, πρωτεύουσα της Λετονίας, παρά τη σταθερή αντιρωσική στάση της χώρας του, προειδοποίησε με τη σειρά του ότι οι κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας «ήταν μια αποτυχία εξαρχής».

Ποιοι εμφανίστηκαν πρόθυμοι να καλύψουν τις ρωσικές εισαγωγές

Αν και η δημόσια συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο «θέλει» το ρωσικό εμπάργκο να πλήττει και τη ρωσική αγορά, εξαιτίας, μεταξύ άλλων, της αύξησης των τιμών, δεν είναι λίγες εκείνες οι χώρες που ευχαρίστως θα αντικαθιστούσαν, όσο αυτό είναι δυνατό, την ΕΕ και τις ΗΠΑ στις εξαγωγές τροφίμων προς τη Ρωσία. Ήδη ο πρέσβης της Βραζιλίας στη Μόσχα έκανε λόγο για «πολύ μεγάλες δυνατότητες αύξησης του διμερούς εμπορίου». Αλλά και προμηθευτές από την Ισλανδία κινητοποιήθηκαν προκειμένου να καλύψουν τις τεράστιες εισαγωγές σε ψάρια, θαλασσινά αλλά και κρέατα προς τη Ρωσία, που μέχρι πρότινος προέρχονταν από τη Νορβηγία και δευτερευόντως το Ηνωμένο Βασίλειο. Επιπλέον, η Μόσχα φαίνεται ότι στρέφεται προς την Κίνα και την Ινδία για τις εισαγωγές χοιρινού και βοδινού κρέατος, αλλά και προς χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως το Περού και η Χιλή.

Δεν πρέπει να παραλειφθεί και η προετοιμασία που γίνεται στην Τουρκία προκειμένου η Άγκυρα να επωφεληθεί όσο το δυνατό περισσότερο από το ρωσικό εμπάργκο. Η Τουρκία συγκαταλέγεται, με την Αίγυπτο, την Αργεντινή κ.α., στις χώρες που δέχθηκαν τις προειδοποιήσεις των Βρυξελλών και της Ουάσιγκτον να μην εκμεταλλευθούν την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί μετά τις κυρώσεις προς τη Ρωσία και το εμπάργκο εκ μέρους της. Ωστόσο αυτές οι προειδοποιήσεις δε φαίνεται να έχουν ιδιαίτερη απήχηση στην Άγκυρα. «Το επιτελείο των υπουργών», ανέφερε η εφημερίδα Zaman, «δεν ενδιαφέρεται για τις απειλές των Βρυξελλών και η Τουρκία θα κάνει ό,τι θεωρεί καλύτερο για τα συμφέροντά της». Ενδεικτική ήταν η απάντηση σε σχετική ερώτηση μάλιστα του επικεφαλής της κοινοβουλευτικής επιτροπής αγροτικών υποθέσεων, Ιμπραήμ Γιγίτ, ο οποίος δήλωσε ότι «δε θα παρέμβουν οι ΗΠΑ και η ΕΕ στο εμπόριο της Τουρκίας με τα Ρωσία. Κι αν το κάνουν, η Τουρκία θα τις αγνοήσει», κατέληξε.

Τέλος τα ρωσικά τελωνεία, σύμφωνα με το ειδησεογραφικό RIA Novosti, βρίσκονται σε επιφυλακή για να μειώσουν τις προσπάθειες εισαγωγής προϊόντων από την ΕΕ μέσω τρίτων χωρών, όπως η Σερβία, η Ελβετία, η Τουρκία, το Μαρόκο, αλλά και των χωρών που ανήκουν στην τελωνειακή ένωση με τη Ρωσία, Λευκορωσία και Καζακστάν. Ήδη η Ελβετία, σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας της χώρας, αρνήθηκε να ικανοποιήσει αιτήματα Ευρωπαίων εξαγωγέων για επαναπροώθηση των προϊόντων τους προς τη ρωσική αγορά. Σε παρόμοιες κινήσεις προχώρησε επίσημα και το εμπορικό επιμελητήριο της Σερβίας.

Ευρωπαϊκός διχασμός

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ανεξάρτητα από τα οικονομικά μεγέθη της ΕΕ, το ρωσικό εμπάργκο «χτύπησε» ευαίσθητους τομείς των ευρωπαϊκών οικονομιών. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υπουργός Εξωτερικών της Φινλανδίας δήλωσε ευθέως ότι είναι απίθανο να ανακοινωθούν νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ενώ σύμφωνα με τον Αυστριακό καθηγητή Διεθνών Σχέσεων Γκέρχαρντ Μάνγκοτ «δεν υπάρχει συναίνεση στο θέμα» και «πολλοί στα διεθνή φόρα λένε ‘’ας μην προκαλέσουμε σπιράλ κυρώσεων’’. Όλοι καταλαβαίνουν ότι η Ρωσία δε θα μπορούσε απλά να καθίσει άπραγη και να μην απαντήσει», ενώ «στην οικονομική κοινότητα είναι υπό συζήτηση το αν ήταν σωστή κίνηση η επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία».

Η υπόθεση «ρωσικό εμπάργκο» έχει πυροδοτήσει αλλαγές γεωπολιτικής σημασίας στην Ευρώπη. «Η ενότητα της ΕΕ στο θέμα της πτήσης ΜΗ17 διαλύεται» ενώ καμία χώρα σε ένα περιβάλλον ελεύθερης αγοράς δε θα λάβει υπόψη τις προειδοποιήσεις των Βρυξελλών να μην αυξήσουν τις εξαγωγές προς τη Ρωσία, εκτιμά στέλεχος του καναδικού βραχίονα του ΝΑΤΟ. Το εμπάργκο θα αυξήσει την πίεση στα μικρομεσαία στρώματα της Ευρώπης και κατ’ επέκταση στους ηγέτες μιας ΕΕ που αγκομαχά οικονομικά. Το επικρατέστερο σενάριο λοιπόν είναι ότι θα υποχωρήσουν και θα χαλαρώσουν τις κυρώσεις, αποκλιμακώνοντας την ένταση – ή θα παρασυρθούν σε ακόμα πιο αυτοκαταστροφικές επιλογές, όπως με «θερμή» παρέμβαση στην ανατολική Ουκρανία.

Πηγή: Εφημερίδα "ΤΟ ΧΩΝΙ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.