Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

Αργεντινή εναντίον κερδοσκοπίας


Επιμέλεια: Χάρης Λογοθέτης

Θα πρέπει, άραγε, να επιτραπεί σε μια χούφτα κερδοσκόπων να κρατούν όμηρους 40 εκατομμύρια Αργεντίνους; Στην ερώτηση αυτή, η αμερικανική Δικαιοσύνη απάντησε «ναι», προκαλώντας αναστάτωση ακόμη και μεταξύ των επενδυτών. Αποδυναμώνοντας τους μηχανισμούς που επιτρέπουν στα κράτη να μειώνουν το βάρος του χρέους τους, η δικαστική απόφαση απειλεί να αποσταθεροποιήσει το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Του Mark Weisbrot*

Η διαμάχη ανάμεσα στην Αργεντινή και τους «γύπες», τις εταιρείες επενδύσεων που ειδικεύονται στην κερδοσκοπία επί επισφαλών χρεών, θυμίζει ορισμένες αμερικανικές τηλεοπτικές σειρές. Διαθέτει όλα τα συστατικά τους: μυστήριο, πολιτικές δολοπλοκίες, ανατροπές και απόλυτα μισητούς «κακούς». Μεταξύ τους, πλειάδα πρώην υψηλόβαθμων κρατικών αξιωματούχων, οι οποίοι έχουν πλέον φορέσει τις παντόφλες του λομπίστα και, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Μαρκ Λέιμποβιτς, «έχουν κολλήσει στην Ουάσινγκτον όπως τα μύδια στον βράχο«. [1]

Το τελευταίο επεισόδιο ξεκινά στις 21 Νοεμβρίου 2012, σε ομοσπονδιακό δικαστήριο της πολιτείας της Νέας Υόρκης, όταν ο δικαστής Τόμας Γκρίσα διατάζει την Αργεντινή να καταβάλει το ποσό των 1,33 δισεκατομμυρίων δολαρίων (πάνω από 1 δισεκατομμύριο ευρώ) σε διάφορα κερδοσκοπικά επενδυτικά ταμεία, μεταξύ των οποίων και το NML Capital, με επικεφαλής τον Πολ Σίνγκερ.
Οι προεκτάσεις της δικαστικής απόφασης υπερβαίνουν γρήγορα το πλαίσιο μιας διαμάχης μεταξύ ενός κράτους και των αγορών. Η πλοκή εκτυλίσσεται πλέον με άξονα τον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ χρεωμένων και πιστωτριών χωρών. Και, μάλιστα, αποτυπώνει τη διάσταση απόψεων μεταξύ των αξιωματούχων της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής γύρω από ένα οδυνηρό ζήτημα: ποια αντίδραση πρέπει να υιοθετηθεί απέναντι στην ανάδυση λατινοαμερικανικών κυβερνήσεων που διεκδικούν τη γεωπολιτική ανεξαρτησία τους;

Όπως συμβαίνει πολύ συχνά, η κατανόηση των πρόσφατων εξελίξεων απαιτεί τη γνώση των προηγούμενων «επεισοδίων». Όλα αρχίζουν το 2001. Μετά από τρία και πλέον χρόνια ύφεσης, το Μπουένος Άιρες περιέρχεται σε αδυναμία αποπληρωμής του δημόσιου χρέους του, που ξεπερνά τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Η χώρα κηρύσσει στάση πληρωμών και, μετά από μακρές διαπραγματεύσεις, προτείνει στους πιστωτές της να ανταλλάξουν τα παλιά τους ομόλογα με νέους, «αναδιαρθρωμένους» τίτλους, αξίας κατά 70% χαμηλότερης. Συνολικά, το 76% των πιστωτών έχει δεχτεί την πρόταση μέχρι το 2005. Μέχρι το 2010, το ποσοστό των πιστωτών έχει φτάσει στο 93%. Δεν έχουν πια λόγους να διαμαρτύρονται για το Μπουένος Άιρες, που αποδεικνύεται καλοπληρωτής. Μέχρι τις 30 του περασμένου Ιουλίου.

Γιατί, στο μεταξύ, τα επενδυτικά ταμεία-γύπες -το προσωνύμιό τους χρονολογείται αρκετά πριν από το επεισόδιο της Αργεντινής- έχουν κάνει την εμφάνισή τους. Με πρώτη την NML Capital, οι κερδοσκόποι αγοράζουν ομόλογα στα οποία η Αργεντινή έχει κηρύξει στάση πληρωμών, με μέση έκπτωση γύρω στο 80%: δεν πληρώνουν παρά 20 σεντς για κάθε δολάριο ομολογιακού χρέους που αγοράζουν. Η ιδέα; Να σύρουν το Μπουένος Άιρες ενώπιον της Δικαιοσύνης για να απαιτήσουν την αποπληρωμή ολόκληρου του ποσού, δηλαδή -λαμβάνοντας υπόψη τα επιτόκια της συγκεκριμένης περιόδου- να πετύχουν επενδυτική απόδοση γύρω στο 1.600% (έναντι απόδοσης 300% με την αναδιάρθρωση που πρότεινε το Μπουένος Άιρες).

Και, έτσι, επιστρέφουμε στο επεισόδιο της 21ης Νοεμβρίου 2012, όταν ο δικαστής Γκρίσα προστρέχει στη βοήθεια των κερδοσκοπικών επενδυτικών ταμείων, διατάζοντας την κατά προτεραιότητα αποπληρωμή των ομολόγων τους. Στη συνέχεια, στις 16 Ιουνίου 2014, το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοινώνει, προκαλώντας γενική έκπληξη, ότι αρνείται να εξετάσει την απόφαση του Γκρίσα, με αποτέλεσμα την επικύρωσή της. Ενάμιση μήνα αργότερα, τα χρηματικά ποσά που είχε εκταμιεύσει το Μπουένος Άιρες για να αποπληρώσει προγραμματισμένες λήξεις των αναδιαρθρωμένων ομολόγων του μπλοκάρονται: τα μέσα ενημέρωσης ανακοινώνουν τη νέα χρεοκοπία της Αργεντινής.

Παρ’ όλα αυτά, η χώρα αποτελούσε παράδειγμα για τα υπερχρεωμένα κράτη. Είχε καταφέρει να μειώσει το βάρος του χρέους της, να βάλει την οικονομία σε τροχιά ανάκαμψης και, έτσι, είχε επιτρέψει στους επενδυτές να αποκομίσουν οφέλη από την εμπρόθεσμη αποπληρωμή των ομολόγων τους. Ο οικονομικός Τύπος, ωστόσο, δεν της είχε συγχωρήσει την ετερόδοξη πολιτική της. Από εκεί πηγάζει και η αρνητική κάλυψη της Αργεντινής στα μέσα ενημέρωσης εδώ και μία δεκαετία. Στη βάση ανεξάρτητων -υψηλότερων από τις κυβερνητικές- εκτιμήσεων για τον πληθωρισμό, η Αργεντινή μείωσε τη φτώχεια κατά 75% μεταξύ 2002 και 2011. Αλλά και οι ανισότητες υποχώρησαν πολύ: μεταξύ 2001 και 2010, η σχέση μεταξύ των εισοδημάτων του 5% των πλουσιότερων νοικοκυριών και του 5% των φτωχότερων νοικοκυριών έπεσε από το 32:1 στο 17:1.

Σχεδόν διπλασιάζοντας την εγχώρια παραγωγή μεταξύ 2002 και 2011, το Μπουένος Άιρες βρίσκεται σε καλύτερη θέση από την Ελλάδα: η χώρα της νότιας Ευρώπης, κάτω από την κηδεμονία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, βιώνει έξι συνεχόμενα χρόνια ύφεσης, ανεργίας και ακρωτηριασμού των δημόσιων δαπανών για την υγεία. Παρά τα διάφορα «σχέδια διάσωσης» που έχει δεχτεί, η Ελλάδα συνεχίζει να έχει δημόσιο χρέος 170% του ΑΕΠ και κανείς δεν αναμένει η παραγωγή πλούτου να επιστρέψει στο επίπεδο του 2007 πριν να περάσει, στην καλύτερη περίπτωση, ακόμη μια δεκαετία.

Τα τρία τελευταία χρόνια, η οικονομία της Αργεντινής συνάντησε δυσκολίες. Ο πληθωρισμός φτάνει το 38% σε ετήσια βάση, [2] ενώ, στη μαύρη αγορά, το δολάριο ανταλλάσσεται σε ισοτιμία 70% υψηλότερη από την επίσημη. Οι λόγοι είναι πολλοί. Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε φάση επιβράδυνσης από το 2010 (από ανάπτυξη 5,2% το 2010, σε 3% το 2013), πλήττοντας και τους δύο κύριους εμπορικούς εταίρους του Μπουένος Άιρες, τη Βραζιλία και την Ευρώπη. Επιπλέον, μετά τις δικαστικές ενέργειες του Σίνγκερ και των φίλων του, η χώρα δεν μπορεί να δανειστεί από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, γεγονός που την καθιστά πιο ευάλωτη από άλλα κράτη στις ανισορροπίες του ισοζυγίου πληρωμών. Χωρίς να ληφθεί υπόψη ότι οι Κασσάνδρες των μέσων ενημέρωσης δημιουργούν κλίμα μαζικής φυγής κεφαλαίων.

Εάν έτσι έχουν τα πράγματα, πώς να εξηγηθούν τα κίνητρα του δικαστή Γκρίσα; Δεν αντιβαίνει η απόφασή του στη βασική αρχή του αμερικανικού δικαστικού συστήματος, για την προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας; Εμποδίζοντας τους κατόχους των αναδιαρθρωμένων ομολόγων της Αργεντινής να εισπράξουν τα ποσά που δικαιούνται, δεν παραβιάζει ο Γκρίσα την αρχή αυτή; Σε ολόκληρο τον κόσμο, η απορία είναι τέτοια που η Βραζιλία, το Μεξικό, η Γαλλία, αλλά και η Ένωση Νοτιοαμερικανικών Κρατών (Unasur) παρείχαν στήριξη στο Μπουένος Άιρες. Το αμερικανικό εφετείο, πάντως, αποφάσισε να επικυρώσει την απόφαση του δικαστή Γκρίσα σε δεύτερο βαθμό.

Στη σημερινή φάση της πλοκής, τα βλέμματα πρέπει να στραφούν στην Ουάσινγκτον. Αρχικά, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει την Αργεντινή. Στις 17 Ιουλίου 2013, η διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ δηλώνει, από την πλευρά της, ότι το Ταμείο ετοιμάζεται να υποστηρίξει το Μπουένος Άιρες ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών. Στις 23 Ιουλίου, ωστόσο, το διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ -όπου ο εκπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών διαθέτει καθοριστική επιρροή- δεν εγκρίνει την απόφαση, εκθέτοντας τη Λαγκάρντ και πολλούς από τους αξιωματούχους του Ταμείου, οι οποίοι δεν κρύβουν τον εκνευρισμό τους. Στη συνέντευξη Τύπου της 24ης Ιουλίου, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Ουίλιαμ Μάρεϊ, δέχεται ερώτηση για την ξαφνική μεταστροφή του οργανισμού. Στην απάντησή του, ξεσπάει: «Πηγαίνετε να ρωτήσετε τους ανθρώπους του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών. Αυτοί θα μπορέσουν να σας απαντήσουν!«.

Στην Ουάσινγκτον, πολλοί -με πρώτη τη Λαγκάρντ- αντιλαμβάνονται τους κινδύνους που πηγάζουν από την απόφαση του δικαστή Γκρίσα. «Η διοίκηση και οι ομάδες του ΔΝΤ παραμένουν ανήσυχες για τις ευρύτατες συστημικές επιπτώσεις της απόφασης«, εξηγεί ο Μάρεϊ, στις 25 Ιουλίου. Ακόμη και η International Capital Market Association (ICMA), η ένωση που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των επενδυτών στις αγορές κεφαλαίου, εκφράζει την ανησυχία της. Στις 29 Αυγούστου 2014, ανακοινώνει την αναθεώρηση των οδηγιών της για την έκδοση δημόσιου χρέους, προσπαθώντας να κόψει τα φτερά στα επενδυτικά ταμεία-γύπες.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως και στις περισσότερες χώρες, υπάρχουν νόμοι που επιτρέπουν στους δανειστές που βρίσκονται σε αδυναμία εξόφλησης των χρεών τους να κηρύξουν χρεοκοπία, ώστε να ξεκινήσουν από το μηδέν. Κανένας παρόμοιος μηχανισμός δεν υπάρχει σε διεθνές επίπεδο για το δημόσιο χρέος των διαφόρων κρατών. Έτσι, για να αποφεύγει τις στάσεις πληρωμών, το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα στηρίζεται σε διαδικασίες συμφωνημένης αναδιάρθρωσης. Η δικαστική απόφαση του Γκρίσα, όμως, θα μπορούσε να περιπλέξει τέτοιες διαδικασίες, ακόμη και σε περίπτωση συμφωνίας πιστωτών και δανειστών: ένα πολύ μικρό ποσοστό δυσαρεστημένων επενδυτών (ή κερδοσκόπων) θα αρκούσε για να τις τινάξει στον αέρα.

Παραμένει ένα ερώτημα: ποιος έπεισε τον Αμερικανό υπουργό Οικονομικών να αλλάξει θέση και, έτσι, να επηρεάσει και το ΔΝΤ; Όπως πάντα, οι ύποπτοι δεν λείπουν. Τα κερδοσκοπικά επενδυτικά ταμεία διαθέτουν τη δική τους ομάδα πίεσης, την American Task Force Argentina. Η οργάνωση, με τις ευγενικές υπηρεσίες παλαιών ανώτατων αξιωματούχων της κυβέρνησης Κλίντον, δαπάνησε πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια για την υπεράσπιση της υπόθεσης Σίνγκερ, το 2013. Ανάμεσα στους παράγοντες-κλειδιά της μεταστροφής του υπουργείου Οικονομικών βρίσκονται, αναμφίβολα, μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου που ανήκουν στο ρεύμα των νεοσυντηρητικών, ιδιαίτερα στους κόλπους της δεξιάς αντι-κουβανέζικης πτέρυγας της Φλόριντα. Τα συγκεκριμένα μέλη του Κογκρέσου δεν έχουν αρκεστεί στις τρικλοποδιές στον πρόεδρο Μπάρακ Ομπάμα κάθε φορά που διέβλεπε κάποια δυνατότητα βελτίωσης των σχέσεων των Ηνωμένων Πολιτειών με τη Λατινική Αμερική, αλλά επιδιώκουν την απαλλαγή της ηπείρου από οποιασδήποτε μορφής προοδευτική κυβέρνηση (δηλαδή και της Βραζιλίας). Από τη διακριτική κάλυψη της Ουάσινγκτον στο στρατιωτικό πραξικόπημα στην Ονδούρα, [3] το 2009, μέχρι την αμερικανική υποστήριξη στους αντικυβερνητικούς διαδηλωτές στη Βενεζουέλα, το 2013, [4] η πρόσφατη ιστορία δείχνει ότι, γενικά, οι νεοσυντηρητικοί κύκλοι κατορθώνουν να επιβάλλουν τις προτεραιότητές τους.

Από τις 30 Ιουλίου 2014, ο Τύπος εξηγεί ότι η Αργεντινή κήρυξε χρεοκοπία για δεύτερη φορά μέσα σε δεκατρία χρόνια: πρόκειται για ψέμα. Η κυβέρνηση κατέβαλε όλα τα προβλεπόμενα ποσά για την εξόφληση των ομολόγων της, αλλά τα ποσά αυτά έχουν δεσμευτεί σε τραπεζικό επίπεδο λόγω της απόφασης του δικαστή Γκρίσα. Η Αργεντινή προσπαθεί να εξοφλήσει τους πιστωτές της με διαδικασία που δεν θα υπάγεται στην αμερικανική δικαιοδοσία. Έχει ήδη ψηφίσει νομοθεσία προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση, δίνοντας τη δυνατότητα στους κατόχους αναδιαρθρωμένων ομολόγων να ανταλλάξουν τους τίτλους τους με νέα ομόλογα, που θα εκδοθούν στην Αργεντινή.

Οι περισσότερες πλούσιες χώρες, από την πλευρά τους, ανταγωνίζονται ποια θα στηρίξει πιο σθεναρά τη χρηματοπιστωτική ελίτ. Στις 9 Σεπτεμβρίου 2014, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών κλήθηκε να ψηφίσει κείμενο που είχε ως στόχο τη δημιουργία μηχανισμού αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους των κρατών, το οποίο προτάθηκε από την «ομάδα των 77″ χωρών και την Κίνα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους (Ισραήλ, Καναδάς, Αυστραλία, Γερμανία) το καταψήφισαν, ενώ οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες απείχαν. [5] Εντούτοις, το κείμενο υιοθετήθηκε με 121 ψήφους υπέρ (11 κατά και 41 αποχές).

Δεν θα αδικούσε κανείς τις αναπτυσσόμενες χώρες εάν φρόντιζαν τα ομόλογα που εκδίδουν να μη διέπονται πια από το αμερικανικό δίκαιο. Η απόφαση του δικαστή Γκρίσα δείχνει ότι, επιλέγοντας το αμερικανικό δίκαιο, οι χώρες αυτές εκτίθενται στις αποφάσεις ενός απρόβλεπτου δικαστικού συστήματος, το οποίο θα μπορούσε να δώσει προτεραιότητα στο συμφέρον ορισμένων κερδοσκόπων έναντι της τύχης εκατομμυρίων ανθρώπων. Το 2009, το 70% των ομολόγων των αναδυόμενων χωρών εκδιδόταν στη Νέα Υόρκη. Το Ηνωμένο Βασίλειο και το Βέλγιο, όμως, διαθέτουν νόμους που θα καθιστούσαν την απόφαση του Γκρίσα αδύνατη. Ας μην υπάρχει αμφιβολία, η έναρξη μιας διαδικασίας εγκατάλειψης των Ηνωμένων Πολιτειών ως κέντρου έκδοσης κρατικών ομολόγων προς όφελος άλλων χρηματοπιστωτικών κέντρων θα παρότρυνε τον Αμερικανό νομοθέτη να προσαρμόσει τη νομοθεσία της χώρας στις διεθνείς προδιαγραφές.

* O Mark Weisbrot είναι συνδιευθυντής του Center for Economic and Policy Research (CEPR) και πρόεδρος της οργάνωσης Just Foreign Policy

[1] Mark Leibovich, «This Town: Two Parties and a Funeral», Blue Rider Press, Νέα Υόρκη, 2013.

[2] Charlie Devereux και Silvia Martinez, «Argentina sees 2.8% growth in 2015 budget on expanding exports», Bloomberg, Νέα Υόρκη, 15 Σεπτεμβρίου 2014.

[3] Βλ. Maurice Lemoine, «Ces relents de guerre froide venus du Honduras», «Le Monde diplomatique», Σεπτέμβριος 2009.

[4] Βλ. Alexander Main, «Au Venezuela, la tentation du coup de force», «Le Monde diplomatique», Απρίλιος 2014.

[5] (Σ.τ.Μ.) Μεταξύ τους και η Ελλάδα

πηγή – αυγή

Πηγή:https://eleutheriellada.wordpress.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.