Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015

Ο «μίτος της Αριάδνης» για το ΣΥΡΙΖΑ και η πολύπλοκη εξίσωση της αυτοδυναμίας


Του Γιώργου Σαχίνη

Το θολό προεκλογικό τοπίο έπαψε να είναι και τόσο θολό. Ουσιαστικά είμαστε τρεις μέρες πριν οι κάλπες ανοίξουν και πίσω από το παραβάν οι πολίτες κάνουν τις επιλογές σε μία από τις συντομότερες αλλά συνάμα κρισιμότερες εκλογικές αναμετρήσεις της μεταπολίτευσης. Τα δημοσκοπικά δεδομένα για την ώρα μάς δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι το πρώτο κόμμα.

Τουλάχιστον αυτό πιστεύουν και λένε όλοι. Η Ν.Δ. θα είναι το δεύτερο κόμμα με ένα ποσοστό που πάνω-κάτω θα κυμαίνεται στο ποσοστό που έλαβε τον Ιούνιο του 2012. Η συζήτηση περί τρίτου κόμματος, από τη στιγμή που δεν πρόκειται να διαδραματίσει ουσιαστικά κανένα ρόλο στο σχηματισμό κυβέρνησης, μάλλον δεν έχει καμία αξία. Αν είναι η Χρυσή Αυγή το πιθανότερο είναι να μη λάβει καν την τρίτη διερευνητική εντολή και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας να προχωρήσει απευθείας στη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών προκειμένου να διερευνήσει την πιθανότητα σχηματισμού οικουμενικής κυβέρνησης ή σε διαφορετική περίπτωση να οδηγηθούμε εκ νέου σε εκλογές με υπηρεσιακή κυβέρνηση.

Το ίδιο θα συμβεί αν τρίτο κόμμα είναι το Ποτάμι. Χωρίς τη συναίνεση του ΣΥΡΙΖΑ, την οποίαν θα πρέπει να θεωρούμε δεδομένη, κυβέρνηση δεν μπορεί να σχηματιστεί. Αν λοιπόν δεν υπάρξει συμφωνία για σχηματισμό κυβέρνησης στην πρώτη εντολή, οι άλλες, ακόμη και να δοθούν, είναι άνευ αξίας. ΚΚΕ και ΠΑΣΟΚ ακόμη και με μειωμένα ποσοστά σε σχέση με τις ευρωεκλογές εισέρχονται, σύμφωνα πάντα με τις δημοσκοπήσεις, στη Βουλή. Αν θα έχουν μισή ή μία μονάδα λιγότερη ή περισσότερη στο ποσοστό τους δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία, όσον αφορά τη διακυβέρνηση της χώρας. Έχει αξία για κάποια πρόσωπα οριακής εκλογιμότητας ή για το κομματικό τους πρεστίζ.

Τα ζητούμενα

Το βράδυ των αποτελεσμάτων πλέον, δύο είναι τα θέματα που θα επικεντρώσουν το ενδιαφέρον όλων με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα και τα δημοσκοπικά ευρήματα:

Το πρώτο αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι αυτοδύναμος ή όχι. Το δεύτερο αν δεν είναι με ποιο ή ποια κόμματα θα μπορέσει να συνεργαστεί για να φτιάξει, εφόσον το θέλει, συμμαχική κυβέρνηση. Μέχρι στιγμής η δηλωμένη του πρόθεση είναι να σχηματίσει κυβέρνηση είτε αυτοδύναμα είτε με τη στήριξη ή την ανοχή του ΚΚΕ. Δε θέλει να συνεργαστεί, και δε θα συνεργαστεί, με το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ, ενώ δε θέλει και απεύχεται να βρεθεί στην ανάγκη να συνεργαστεί με το κεντροδεξιό, όπως το θεωρεί, Ποτάμι.

Η πιθανότητα να μην έχει αυτοδυναμία είναι (όπως υποστηρίζουν σχεδόν όλοι οι δημοσκόποι και αναλυτές) συνάρτηση με την είσοδο ή όχι των ΑΝ.ΕΛ. και του Κινήματος του Γ. Παπανδρέου στη Βουλή. Αν τα δύο αυτά κόμματα μπουν στη Βουλή θεωρείται σχεδόν απίθανο ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει αυτοδυναμία. Αν δεν μπουν, οι πιθανότητες αυξάνουν κατακόρυφα για το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα.

Από αυτή την άποψη, η λεγόμενη «χρήσιμη ψήφος» δεν είναι στα κόμματα που πιθανολογείται ότι μπαίνουν στη Βουλή, αλλά στα δύο (ΑΝ.ΕΛ. και Κίνημα Παπανδρέου) τα οποία με την είσοδό τους ή μη στη Βουλή θα καθορίσουν αν θα υπάρξει αυτοδύναμη ή όχι κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ανάλογα με το τι επιθυμεί ο κάθε ψηφοφόρος θα πρέπει να πράξει. Σημειωτέον πως η είσοδος των δύο αυτών κομμάτων παρέχει και μεγαλύτερη ευχέρεια στο ΣΥΡΙΖΑ να σχηματίσει συμμαχική κυβέρνηση, εφόσον φυσικά το θέλει. Είναι δηλαδή διπλά χρήσιμη ψήφος. Είτε για να μη σχηματίσει ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοδύναμη κυβέρνηση είτε για να έχει περισσότερες επιλογές εφόσον οδηγηθούμε σε συμμαχική κυβέρνηση.

Αντίθετα, για τη διακυβέρνηση της χώρας μικρή σημασία έχει αν το Ποτάμι ή το ΠΑΣΟΚ έχουν έναν, δύο ή και τρεις βουλευτές παραπάνω. Μπορεί, όπως προείπαμε, να έχει αξία για κάποιους οριακής εκλογιμότητας υποψήφιους βουλευτές ή για το κομματικό πρεστίζ των δύο αυτών κομμάτων, αλλά για το σχηματισμό κυβέρνησης είναι αδιάφορο αν θα έχουν μισή μονάδα παραπάνω ή παρακάτω από αυτά που υπολογίζουν ή τους δίνουν οι δημοσκοπήσεις.

Με απλά λόγια, η χρήσιμη ψήφος είναι στο ΣΥΡΙΖΑ για όσους θέλουν να βγει αυτοδύναμος. Χρήσιμη ψήφος όμως είναι ή θα μπορούσε να είναι στη Ν.Δ. στην περίπτωση που αυτή θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα και να έχουμε το κόμμα του Αντ. Σαμαρά πρώτο κόμμα. Φυσικά τότε θα μιλάμε για μία από τις μεγαλύτερες εκλογικές ανατροπές της μεταπολίτευσης.

Όμως για τους εκλογικούς αναλυτές «χρήσιμη ψήφος» είναι η ψήφος και στα δύο κόμματα (ΑΝ.ΕΛ. και Κίνημα Παπανδρέου), που μπορούν με την παρουσία ή την απουσία τους στη Βουλή να επηρεάσουν το ποσοστό της αναντιπροσώπευτης ψήφου και επομένως να καθορίσουν το είδος της διακυβέρνησης που θα έχουμε, αυτοδυναμία ή συνεργατική. Άρα, εκτοìς από χρήσιμη είναι και κρίσιμη.

Η οπτική, φυσικά, αλλάζει, αν πρώτο κόμμα είναι η Ν.Δ. Τότε πραγματικά «χρήσιμη και κρίσιμη» ψήφος στο ενδιάμεσο με το ΣΥΡΙΖΑ χώρο είναι στο ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι και πολύ ακραία στο Κίνημα του Παπανδρέου.

Οι υποψήφιοι κυβερνητικοί εταίροι – Σενάρια αυτοδυναμίας και συνεργασίας

Ο Αλέξης Τσίπρας σε όλες τις ομιλίες του ζητά από το λαό να του λύσει τα χέρια χαρίζοντας στο κόμμα του μια μεγάλη και καθαρή νίκη και αυτό θα συνεχίσει να κάνει μέχρι την τελευταία μέρα. Από την άλλη πλευρά, όλα τα κόμματα – εκτός από τη Ν.Δ. (η οποία πιστεύει ότι αυτές τις τρεις μέρες μπορεί ακόμη να γυρίσει το παιχνίδι με θεαματική ανατροπή) και το ΚΚΕ (για στρατηγικούς και ιδεολογικούς λόγους) – προσαρμόζουν την καμπάνια τους με βάση το ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ως κυβερνητικοί εταίροι του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Ευ. Βενιζέλος εμφανίζεται στο σποτ να έχει το «σχέδιο πτήσης» για να μην μπερδευτεί ο «πιλότος» Αλέξης Τσίπρας, ο Στ. Θεοδωράκης βάζει από τώρα κόκκινες γραμμές για ενδεχόμενη συνεργασία και δηλώνει ότι το κόμμα του θα προστατεύσει το ευρωπαϊκό κεκτημένο της χώρας, ο Γ. Παπανδρέου θέτει ως όρο μιας πολιτικής συμφωνίας την πραγματοποίηση δημοψηφίσματος και ο Π. Καμμένος διεκδικεί το ρόλο του «πατέρα» που θα βοηθήσει το «μικρό Αλέξη» να βάλει στις ράγες το τρενάκι, όπως παρουσιάζεται στο προεκλογικό σποτ.

Οι θεσμικοί εταίροι και πιστωτές βγάζουν τα πολιτικά τους συμπεράσματα με βάση τις δημοσκοπήσεις που, οι περισσότερες, δε δείχνουν αυτοδυναμία για το ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι, φαίνεται να θεωρούν βέβαιη μια κυβερνητική συνεργασία με άλλο κόμμα και να ελπίζουν ότι θα πρόκειται για το ΠΑΣΟΚ ή το Ποτάμι που, δυνητικά, θα συγκρατήσουν το ΣΥΡΙΖΑ από μια πολύ επιθετική διαπραγμάτευση. Δεν είναι αυτός ο μόνος λόγος για τον οποίο το αν θα εξασφαλίσει ή όχι αυτοδυναμία ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ σημαντικό.

 Η επόμενη μέρα: Τα σενάρια χωρίς αυτοδυναμία

Αν δεν εξασφαλίσει αυτοδυναμία, υπάρχουν αρκετά σενάρια για την επόμενη μέρα με επικρατέστερα τα εξής:

- Αν έχουν μπει στη Βουλή οι ΑΝ.ΕΛ., μπορεί να υπάρξει κυβερνητική συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με το κόμμα του Π. Καμμένου. Αυτό δε θα αρέσει σε ολόκληρο το ΣΥΡΙΖΑ, ενώ θα δυσχεράνει την επικοινωνία με τους έξω. Επίσης, θα αποτρέψει το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ ή και το ΚΙΔΗΣΟ, αν εκπροσωπηθεί στην επόμενη Βουλή, να στηρίξουν την κυβέρνηση. Αντίθετα, θα ωθήσει όλα τα άλλα κόμματα του δημοκρατικού τόξου που θα βρίσκονται στην αντιπολίτευση σε μετωπική σύγκρουση με το ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη στιγμή.

- Αν λείπουν λίγες έδρες στο ΣΥΡΙΖΑ για να φτάσει τις 151, τότε το πιθανότερο είναι ότι ούτε το Ποτάμι ούτε το ΠΑΣΟΚ θα επιδιώξουν συμμετοχή στην κυβέρνηση, αλλά δώσουν ψήφο ανοχής. Θα είναι μια κατάσταση δύσκολη για το ΣΥΡΙΖΑ γιατί για να περάσει οποιοδήποτε σημαντικό νομοσχέδιο θα εξαρτάται από τις ψήφους βουλευτών άλλων κομμάτων που προφανώς δε θα δίνουν εύκολα τη συγκατάθεσή τους.

- Αν δε γίνει εφικτός ο σχηματισμός κυβέρνησης και πραγματοποιηθούν δεύτερες εκλογές, οι επιπτώσεις θα είναι βαριές για την ελληνική οικονομία. Ήδη υπάρχει σοβαρή υστέρηση εσόδων και (ελεγχόμενη) εκροή καταθέσεων. Η παράταση της αβεβαιότητας θα επιδεινώσει την κατάσταση, ενώ στις 28 Φεβρουαρίου λήγει το πρόγραμμα και αυτό σημαίνει ότι η νέα κυβέρνηση θα έχει λίγες μόνο μέρες για να ζητήσει παράταση ή να αναζητήσει κάποια διέξοδο μέσα από διαπραγμάτευση με τους δανειστές.

Οι εκτιμήσεις της Κουμουνδούρου για τους «μνηστήρες» της κυβερνητικής συνεργασίας και το «plan B»

Στην Κουμουνδούρου, διαβάζοντας τα αποτελέσματα των συνεχών δημοσκοπήσεων και αποτιμώντας το πολιτικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί και βλέπουν καθημερινά σε συγκεντρώσεις, ακόμα και… απ’ την αλλοπρόσαλλη στρατηγική του Μαξίμου, δε συζητούν καν το ποιο θα είναι το πρώτο κόμμα την προσεχή Κυριακή. Αυτό το θεωρούν δεδομένο.

Αυτό που συζητούν, αυτό που έχουν θέσει βασικό στόχο αυτήν την τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής περιόδου, είναι η κατάκτηση της αυτοδυναμίας. Οι εκτιμήσεις που υπάρχουν αυτή τη στιγμή είναι ότι «είμαστε κοντά, αλλά ακόμα δεν την έχουμε κατακτήσει».

Εκτιμούν ότι επειδή – όπως προκύπτει και από τις δημοσκοπήσεις – αθροιστικά το ποσοστό των δύο πρώτων κομμάτων θα είναι πάνω από 65% (έναντι 56% του Ιουνίου του 2012), αλλά και από τα στοιχεία των ερευνών, ότι τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ θα ξεπεράσουν το 35%. Αλλά δεν είναι εύκολο να προβλεφθεί πόσο πάνω από 35% θα είναι. Επίσης, η αυτοδυναμία εξαρτάται και από το συνολικό ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων. Και επειδή, σύμφωνα με τα ευρήματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων, φαίνεται πως οι ΑΝ.ΕΛ. θα μπουν τελικά στη Βουλή, αυτό δυσκολεύει ακόμα τον πήχη της αυτοδυναμίας.

Ψήφο ανοχής σε μη αυτοδυναμία

Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις αλλά και τις εκτιμήσεις στα κομματικά επιτελεία, η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβητείται και τα βλέμματα όλων στρέφονται στο αν θα έχει ή όχι αυτοδυναμία. Με βάση τα τελευταία δεδομένα, φαντάζει δύσκολο, καθώς η Βουλή που θα εκλεγεί μπορεί να αποτελείται από 7 ίσως και 8 κόμματα. Στην περίπτωση αυτή η αυτοδυναμία μοιάζει ανέφικτη. Χρειάζεται, κατά τους εκλογολόγους, πάνω από 37,5%. Έτσι θα μπούμε υποχρεωτικά στη διαδικασία των διερευνητικών εντολών.

Τη Δευτέρα, λοιπόν, και αφού ο απερχόμενος πρόεδρος της Βουλής, Ευάγγελος Μεϊμαράκης, ενημερώσει τον Κάρολο Παπούλια για τον αριθμό των βουλευτών που θα έχει το κάθε κόμμα στη νέα Βουλή, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καλέσει τον Αλέξη Τσίπρα, εφόσον οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν για την πρωτιά και όχι για την αυτοδυναμία όμως, και θα του δώσει διερευνητική εντολή για τρεις μέρες.

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο που έχουν επεξεργαστεί στο ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας θα συναντηθεί με όλους τους αρχηγούς των κομμάτων που θα μπουν στη Βουλή, ζητώντας τους να δείξουν ανοχή στηρίζοντας το πρόγραμμά του. Δηλαδή, ένα ή δύο κόμματα να μην παραστούν στη συνεδρίαση της νέας Βουλής, όταν τελειώσει με την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας και έτσι, αντί 151, να θέλει μικρότερο αριθμό ψήφων εμπιστοσύνης. Αν, για παράδειγμα, είναι παρόντες 280 ή 260, τότε χρειάζονται 131 ή 141 για να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης η κυβέρνηση.

Υπάρχει, ωστόσο, μια σημαντική λεπτομέρεια. Όσα κόμματα θελήσουν να δείξουν ανοχή, έτσι λέγεται συνταγματικά, θα πρέπει να το δηλώσουν δημόσια πριν ο πρόεδρος της Δημοκρατίας δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον κ. Τσίπρα. Αυτό μπορεί να γίνει κατά τη διάρκεια της πρώτης εντολής ή στην τέταρτη φάση στη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών ενώπιον του προέδρου της Δημοκρατίας.

Οι επιτελείς του ΣΥΡΙΖΑ με το σχέδιο αυτό επιδιώκουν να φέρουν σε δύσκολη θέση τ’ άλλα κόμματα, ώστε να πάρουν αυτά την ευθύνη για νέες – δεύτερες – εκλογές κι όχι ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον δε δέχεται να βρει έναν προγραμματικό συμβιβασμό με κάποιο κόμμα για να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας.

Εφόσον λάβει σάρκα και οστά το παρόν σενάριο, θα είναι η πρώτη κυβέρνηση που θα αναλάβει με ανοχή.

Δεν υπάρχει ανάλογο ενδεχόμενο από το τέλος του Πολέμου. Θα μοιάζει με την περίπτωση της ΕΔΑ το 1963, όταν ψήφισε αλλά δε συμμετείχε με κανένα πρόσωπο στην κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου.

Ο σχεδιασμός της Κουμουνδούρου

Όπως αναφέρουν απολύτως έγκυρες πληροφορίες, σε κάθε περίπτωση η στρατηγική που θα «ξεδιπλωθεί» από την Κυριακή το βράδυ και μετά έχει καθοριστεί:

Σε περίπτωση αυτοδυναμίας, οι εξελίξεις θα είναι πιο καθαρές. Αλλά και σε αυτήν την περίπτωση η κυβέρνηση που θα σχηματιστεί θα είναι ευρύτερη. Δηλαδή θα περιλαμβάνει και πρόσωπα εκτός του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικότητες ευρύτερης αποδοχής, αλλά θα προταθεί θέση στη νέα κυβέρνηση και σε πολιτικούς σχηματισμούς, όπως το ΚΚΕ (βέβαια, θεωρείται σίγουρο ότι θα αρνηθεί) ή οι ΑΝ.ΕΛ. Όχι πάντως σε ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι ή το Κίνημα του ΓΑΠ, εφόσον είναι στη νέα Βουλή (μέχρι τώρα δείχνει να το παλεύει, αλλά να μην το κερδίζει).

Σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας, στο ΣΥΡΙΖΑ εκτιμούν ότι ακόμα και τότε οι έδρες που θα έχουν θα είναι πάνω από 145. Σε κάθε περίπτωση, αποκλείουν το «μεγάλο συνασπισμό» με τη Ν.Δ. ακόμη και με αλλαγή ηγεσίας και το αποκλείουν κατηγορηματικά…

Ωστόσο, ο Αλ. Τσίπρας δε θα καταθέσει την εντολή. Με πάνω από 140 έδρες (που θεωρούν ότι σε κάθε περίπτωση θα έχουν) θα σχηματίσει κυβέρνηση και θα πάει στη Βουλή να αναγνώσει τις προγραμματικές δηλώσεις και να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης. Το Σύνταγμα τού το επιτρέπει. Με μία προϋπόθεση: Σε μια τέτοια περίπτωση δεν μπορεί να αρνηθεί και ψήφο ανοχής. Δηλαδή δε θα μπορέσει να πει ότι «ναι μεν έλαβα ψήφο εμπιστοσύνης, αλλά αφού δεν έχω πάνω από 150 ψήφους πάω σε εκλογές». Διότι μπορεί – για παράδειγμα – να υπάρξουν 145 «ναι» στην κυβέρνηση, 120 «όχι» και 35 «ψήφοι ανοχής». Αυτό θα πρέπει να το δεχτεί. Και θα το δεχτεί, αφού η θέση του είναι ότι δε θα πάμε σε δεύτερες εκλογές.

Για το σχηματισμό της κυβέρνησης, σε μια τέτοια περίπτωση, θα αναληφθούν πρωτοβουλίες προς άλλους χώρους (ΚΚΕ, χωρίς επαναλαμβάνουμε, ψευδαισθήσεις για την τελική του στάση, ΑΝ.ΕΛ.). Όχι και σε αυτήν την περίπτωση σε Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ, Κίνημα και φυσικά Ν.Δ.

Αλλά στην κυβέρνηση θα κληθούν να μετέχουν και προσωπικότητες ευρέος φάσματος, με την προϋπόθεση βεβαίως αποδοχής του προγράμματος της Θεσσαλονίκης, όπως αυτό επικαιροποιήθηκε. Για παράδειγμα, η Λούκα Κατσέλη και κάποιοι πανεπιστημιακοί. Εδώ είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν εκπλήξεις…

Σε ό,τι αφορά την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για τον υποψήφιο πρόεδρο της Δημοκρατίας, έχουν συζητηθεί πιθανά ονόματα. Κάποιο μάλιστα εξ αυτών θα συνιστούσε (εφόσον προκρινόταν) έκπληξη πρώτου μεγέθους, βόμβα μεγατόνων!

Αυτός είναι ο «οδικός χάρτης» του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλ. Τσίπρα από την Κυριακή και μετά. Ένας χάρτης που προς το παρόν δεν περιλαμβάνει ούτε νέες εκλογές, ούτε «μεγάλο συνασπισμό»…

Ο τελικός σχεδιασμός της Ν.Δ. – Τo τρίπτυχο

Συσπείρωση-ψυχολογία νίκης-χαμένη ψήφος. Μ’ αυτό το τρίπτυχο θα τρέξει η Ν.Δ. το τελευταίο εκλογικό κατοστάρι μέχρι τη δύση του ήλιου την Κυριακή, που θα κλείσουν οι κάλπες.

Σε μια προσπάθεια να αλλάξει το κλίμα στα στελέχη και στους ψηφοφόρους – καθώς αρχίζει να κυριαρχεί η ηττοπάθεια – αποφασίστηκε να κλείσει ο Αντώνης Σαμαράς την προεκλογική καμπάνια με ανοικτή συγκέντρωση στην Αθήνα – εάν βεβαίως το επιτρέψει… ο καιρός.

Με τις κυλιόμενες μετρήσεις να φτάνουν συνεχώς (και) στο Μαξίμου, οι επιτελείς του Αντώνη Σαμαρά προσπερνούν την πρόθεση ψήφου (η οποία δείχνει σαφές προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ πάνω από τρεις μονάδες) και στέκονται στους αναποφάσιστους. Δηλαδή στο περίπου 17% της αδιευκρίνιστης ψήφου και της αποχής που, όπως έχουμε αναλύσει στη «Νέα Κρήτη» από την προηγούμενη εβδομάδα, μπορεί να κλείσει εντυπωσιακά την ψαλίδα – ή και να φέρει την ανατροπή. Γενικώς οι αναποφάσιστοι μπορεί να δώσουν στην κάλπη πολύ πιο μικρή διαφορά ή και ανατροπή οριακά από αυτή των δημοσκοπήσεων, ή να ανοίξουν ακόμη πιο εντυπωσιακά την ψαλίδα μέχρι μιας εντυπωσιακής αυτοδυναμίας. Και στις δύο αυτές εκδοχές όμως θα έχουν πέσει παταγωδώς έξω στις προβλέψεις τους όλες οι εταιρείες δημοσκοπήσεων.

Διλήμματα και αρνητική διαφήμιση

Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι αναποφάσιστοι βρίσκονται κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα και υπερτερούν στην Αττική, ενώ προέρχονται από τα μεσαία στρώματα, τα οποία εμφανίζονται οργισμένα με τη Ν.Δ. (υπερφορολόγηση-ανεργία), αλλά, την ίδια στιγμή, δε θέλουν περιπέτεια και ρίσκο. Σε αυτό το κοινό θα εξακολουθήσει να στοχεύει ο κ. Σαμαράς «μέχρι την τελευταία στιγμή», επικεντρώνοντας τις εμφανίσεις του στο Λεκανοπέδιο.

Με «όπλα» αυτά που έβγαλε από τη φαρέτρα των υποσχέσεων:

* Προσωπική δέσμευση ότι θα υπάρξουν «νοικοκυρεμένες πλην μόνιμες φοροελαφρύνσεις» και ότι δε θα μειωθούν οι συντάξεις.

* Εγγύηση κυβερνησιμότητας («ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει συμμάχους»), αναφέροντας πλέον ονομαστικά τα κόμματα με τα οποία θα επιδιώξει συνεργασία «ακόμη κι αν βγω αυτοδύναμος» (Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ και ΚΙΔΗΣΟ, παρότι ο Γιώργος Παπανδρέου απέκλεισε ότι θα συνεργαστεί με τον κ. Σαμαρά).

* Ανάδειξη της «χαμένης ψήφου»: ο ίδιος ο κ. Σαμαράς περιορίζεται στο επιχείρημα ότι η Ν.Δ. πρέπει να βγει πρώτη ώστε να πάρει το μπόνους των 50 εδρών. Η επικοινωνιακή ομάδα της Συγγρού όμως ξιφουλκεί εναντίον του Ποταμιού, κυρίως μέσω των social media, για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο αποσυσπείρωσης – δηλαδή μετακίνησης ψηφοφόρων από τη Ν.Δ. στο Ποτάμι με το σκεπτικό «αφού η Ν.Δ. χάνει την πρωτιά, ας ενισχύσουμε αυτούς που θα λειτουργήσουν ως ανάχωμα του ΣΥΡΙΖΑ και θα διώξουν τη Χρυσή Αυγή από την τρίτη θέση»…

* Ψυχολογία νίκης για να αντιμετωπιστεί η ηττοπάθεια στα στελέχη και στους οπαδούς. Για το λόγο αυτό, διανέμονται τοπικές δημοσκοπήσεις που δείχνουν πρώτη τη Ν.Δ., ενώ από τις πανελλαδικές προβάλλεται η παράμετρος των αναποφάσιστων.

Στα παραπάνω προστίθεται ο νέος γύρος «ανάδειξης των κινδύνων» από μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – μάλιστα ξεκίνησε και η προβολή τηλεοπτικού spot με καθαρά αρνητικό μήνυμα, εμφανίζοντας μελλοντικούς τίτλους εφημερίδων με τις λέξεις χρεωκοπία, συντάξεις τέλος, Grexit κ.λπ.

Το δίλημμα «δεξιά ή κέντρο» για τη Ν.Δ.

Αυτός είναι ο μεγάλος «γρίφος» που φαίνεται ότι θα βασανίζει τη Νέα Δημοκρατία μέχρι εκλογικού τέλους. Ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα ο Αντώνης Σαμαράς έχει περιορίσει τις δηλώσεις στον άξονα «πατρίς-θρησκεία-ασφάλεια» και έχει εστιάσει στις κεντρώες ψήφους (με άλλα λόγια στον περίφημο «μεσαίο χώρο»), με τις ομιλίες του να κυριαρχούνται από τις αναφορές στο οικονομικό διακύβευμα, στη φορολογία της μεσαίας τάξης και το δίλημμα να τίθεται όχι σε κομματική (Ν.Δ. ή ΣΥΡΙΖΑ) αλλά εθνική βάση.

Οι δηλώσεις όμως του Μάκη Βορίδη πως «δε θα παραδώσουμε τη χώρα στην Αριστερά» άνοιξαν ξανά τη συζήτηση περί δεξιάς στροφής της Ν.Δ. και προκάλεσαν αντιδράσεις – αν και δημοσίως από το χώρο της Ν.Δ. μόνο ο Ευάγγελος Αντώναρος επιτέθηκε ευθέως στον υπουργό Υγείας.

Εκ των φιλελεύθερων πλευρών εκτός Ν.Δ., ο πρόεδρος της Δράσης (που πλέον έχει «βουτήξει» στο Ποτάμι, το οποίο διεκδικεί από τη Συγγρού κεντρώες ψήφους) Θοδωρής Σκυλακάκης απηύθυνε μέσω facebook στους «φιλελεύθερους δημοκράτες εντός της Ν.Δ.» το ερώτημα: «Είναι άραγε τόσο δύσκολο να υπερασπιστείς στην πολιτική αυτά που πιστεύεις; Κι όλοι αυτοί που έχουν σπεύσει να συνταχθούν με τη Νέα Δημοκρατία στις εκλογές αυτές δεν καταλαβαίνουν ότι, με βέβαιη πλέον την ήττα, οδηγούν με την ψήφο τους τη χώρα σε ένα δίπολο ακρότητας που μόνο δεινά μπορεί να φέρει. Ή έχουν ψευδαισθήσεις για το τι θα ψηφίσει την επόμενη ημέρα η βάση του χώρου αυτού».

Η τελευταία επισήμανση του κ. Σκυλακάκη απηχεί μια άποψη που συζητήθηκε ευρέως στο νεοδημοκρατικό παρασκήνιο, ότι δηλαδή τέτοιου είδους δηλώσεις πραγματοποιούνται από την πλευρά του κ. Βορίδη, με το βλέμμα στην «επόμενη ημέρα» της Ν.Δ.

Χθες η Ν.Δ., πάντως, πέρασε στην αντεπίθεση, επισείοντας τη στήριξη της ακροδεξιάς Μαρί Λεπέν στο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να αμβλυνθούν οι εντυπώσεις από τις δηλώσεις Βορίδη, την ώρα που δίδεται σκληρή μάχη για τις ψήφους των κεντρώων αναποφάσιστων.

Πόλωση Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ και για τις αποφάσεις Ντράγκι

Το Μαξίμου ποντάρει προεκλογικά σε ενδεχόμενη δυσμενή απόφαση του Μάριο Ντράγκι όσον αφορά στη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών.

Στελέχη του Μαξίμου δίνουν ελάχιστες πιθανότητες να αναβληθούν για αργότερα οι αποφάσεις. Αντιθέτως, εκτιμούν ότι από τη συνεδρίαση της ΕΚΤ θα προκύψει ευθέως το δίλημμα στο ΣΥΡΙΖΑ εάν αποδέχεται ή όχι το πρόγραμμα, καθώς η αγορά κρατικών ομολόγων προϋποθέτει είτε πιστοληπτική ικανότητα (της χώρας) είτε ένταξη σε πρόγραμμα – και τήρησή του.

Κατά τα ίδια στελέχη, το πιεστικό ερώτημα στο ΣΥΡΙΖΑ δε θα τεθεί ευθέως από την πλευρά της ΕΚΤ («κάτι τέτοιο θα μπορούσε να εκληφθεί ως παρέμβαση δύο 24ωρα πριν ανοίξουν οι κάλπες και να πυροδοτήσει αντιδράσεις»), αλλά από τη Ν.Δ., που θα καλέσει τον αριστερό αντίπαλο να πάρει θέση.

Ήδη τα στελέχη της κάνουν λόγο για «ουσιαστική έξοδο από την ευρωζώνη» εάν μείνουν εκτός τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, ενώ η Κουμουνδούρου αντέδρασε προκαταβολικά επιστρέφοντας την επίθεση: «Αν τα ελληνικά ομόλογα δε γίνουν αποδεκτά από την ΕΚΤ, θα είναι ένα γεγονός που θα πιστοποιεί την πλήρη αποτυχία της διακυβέρνησης Σαμαρά και θα τον βαραίνει εξολοκλήρου», δήλωσε χαρακτηριστικά χθες η Κουμουνδούρου.

Περιμένοντας την ΕΚΤ

Στην Κουμουνδούρου για τις σημερινές αποφάσεις του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ έχουν τεθεί σε συναγερμό αναμονής, αφού αναμένεται να δοθεί κι επισήμως το «πράσινο» φως στην απόφαση του Ντράγκι για την ποσοτική χαλάρωση και την έναρξη του προγράμματος επαναγοράς κρατικών ομολόγων.

Τα σήματα που έχουν σταλεί στην Αθήνα μάλλον δεν είναι καλά, καθώς οι πιθανότητες η Ελλάδα να εξαιρεθεί από το πρόγραμμα είναι αυξημένες. Το ενδεχόμενο, δε, να αποφασιστεί ότι για χώρες όπως η Ελλάδα το πρόγραμμα θα ισχύσει μόνον εάν βρίσκονται σε πρόγραμμα, αυξάνει τις πιέσεις στο ΣΥΡΙΖΑ να δώσει απαντήσεις στο «φίνις» του προεκλογικού αγώνα.

Ήδη στο οικονομικό επιτελείο του κόμματος μελετάται το πώς θα αντιδράσει η Κουμουνδούρου στο άκουσμα μιας αρνητικής είδησης, δεδομένου μάλιστα ότι εκτιμούν πως η Ν.Δ. θα επιχειρήσει να φορτώσει την ευθύνη τυχόν κακών μαντάτων εξ ολοκλήρου στο ΣΥΡΙΖΑ.

Εξ ου και χθες έσπευσε να ρίξει την πρώτη βολή ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης, εγκαλώντας τον Αντώνη Σαμαρά πως ανακάλυψε αργά τη διαφοροποίηση του κ. Draghi στα ζητήματα ποσοτικής χαλάρωσης, έναντι της συμμάχου του A. Merkel.

Αυτό, πάντως, σε τίποτα δε διευκολύνει την Κουμουνδούρου από το να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για τις απαντήσεις που θα κληθεί να δώσει σχετικά με το τι σκοπεύει να κάνει με το πρόγραμμα εάν αποφασιστεί τελικώς ότι από το «πακέτο Draghi» θα μπορέσουν να ωφεληθούν μόνο οι χώρες που το Μάρτιο, οπότε και ξεκινάει η διαδικασία, θα βρίσκονται σε πρόγραμμα.

Υπενθυμίζεται ότι το μνημόνιο λήγει στις 28 Φεβρουαρίου. Όπερ σημαίνει ότι ενδεχόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί ενώπιον του διλήμματος – στο οποίο θα χρειαστεί να τοποθετηθεί πριν από την κάλπη:

* Θα ζητήσει παράταση του προγράμματος ώστε να κάνει χρήση της ευνοϊκής απόφασης της ΕΚΤ,

* ή θα «ακυρώσει-σκίσει» τα μνημόνια αρνούμενη ουσιαστικά την ένεση ρευστότητας που μπορεί να παράσχει η ΕΚΤ στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα;

Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες, η Κουμουνδούρου θα επιδιώξει να αποφύγει και αυτόν τον ύφαλο, μεταθέτοντας τις σχετικές αποφάσεις για αργότερα, συμπεριλαμβάνοντάς τη στη συνολική διαπραγμάτευση με τους εταίρους.

Ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στην προεκλογική εκδήλωση του κόμματός του στη Θεσσαλονίκη, επιχείρησε να προκαταλάβει την «πίεση» και την κριτική που θα υποστεί ο ΣΥΡΙΖΑ τα επόμενα 24ωρα, δηλώνοντας σιβυλλικά: «Τις επόμενες ημέρες θα ακούσετε πολλά». Προέτρεψε ως εκ τούτου, «κλείστε τα αφτιά σας στη δημαγωγία».

Ποντάροντας στην «εξαέρωση» της «στρατηγικής του φόβου», η Κουμουνδούρου θα επιδιώξει μέχρι να πέσει η αυλαία της προεκλογικής περιόδου να αποδώσει κάθε συζήτηση σε «κινδυνολογία».

Η πολύπλοκη εξίσωση της αυτοδυναμίας

Η επίτευξη κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας (151+ έδρες στη Βουλή, άρα αυτοδύναμη μονοκομματική κυβέρνηση) είναι το αποτέλεσμα μια πολύπλοκης εξίσωσης, στην οποία η καθοριστική παράμετρος είναι η εσωτερική πολιτική αστάθεια σε ευθεία συνάρτηση με τα τερτίπια του συγκεκριμένου εκλογικού νόμου. Ενός εκλογικού νόμου που ο Σκανδαλίδης τον έφτιαξε και «ναρκοθέτησε» αντί για τη Ν.Δ. το ΠΑΣΟΚ το 2004 και ο Παυλόπουλος που τον «βελτίωσε» ως προς το μπόνους «ναρκοθέτησε» αντί για το ΠΑΣΟΚ τη Ν.Δ. το 2009.

Με βάση τα μέχρι στιγμής δημοσκοπικά ευρήματα, η κατάκτηση της αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος είναι δύσκολη, αλλά όχι απίθανη, αν μάλιστα τα εκτός Βουλής κόμματα αποδειχτούν αρκετά και μάλιστα με ποσοστά οριακά εκτός αυτής, τότε ίσως να αποδειχτεί και «παιχνιδάκι».

Η πιθανή αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος καθορίζεται κατά βάση από τους εξής εκλογικούς παράγοντες:

Τα εκτός Βουλής κόμματα

- Η αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος δε σχετίζεται με τη λεγόμενη ψαλίδα, δηλαδή τη διαφορά, μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων. Αυτή δηλαδή μπορεί να είναι και απειροελάχιστη, ακόμη και μία ψήφος διαφορά πρώτου με δεύτερο δίνει στον πρώτο το μπόνους των 50 επιπλέον εδρών. Εξαρτάται κυρίως από τα κόμματα που δε θα συγκεντρώσουν το 3% του εκλογικού σώματος και θα παραμείνουν εκτός Βουλής. Ισχύει ο εξής κανόνας: Όσο το άθροισμα των ποσοστών των κομμάτων που βρίσκονται κάτω από το 3% αυξάνεται, τόσο μειώνεται το ποσοστό που απαιτείται να λάβει το πρώτο κόμμα ώστε να αποκτήσει αυτοδυναμία.

Για παράδειγμα: Αν αυτό το άθροισμα είναι 10%, το όριο αυτοδυναμίας είναι 36,4%. Αν το άθροισμα αυτό είναι 15%, το όριο αυτοδυναμίας είναι 34,4%. Άλλο παράδειγμα: Εάν το πρώτο κόμμα λάβει 38,4% του ποσοστού των έγκυρων ψηφοδελτίων στην επικράτεια και τα κόμματα που θα μείνουν εκτός Βουλής είναι περίπου στο 5%, τότε σχηματίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Γενικά, ο εκλογικός νόμος προβλέπει ότι αυτοδυναμία μπορεί να κατακτήσει ένα κόμμα με 35,6%. Επίσης, θα μπορούσε να λάβει παραπάνω από το 50%+1 των βουλευτικών εδρών, που είναι αναγκαίες για τον σχηματισμό μονοκομματικής κυβέρνησης, μόνο εάν παραμένουν εκτός Βουλής κόμματα τα οποία να αθροίζουν 12%. Όσο αυξάνεται το ποσοστό του κόμματος από το μίνιμουμ του 35,6%, τόσο θα πρέπει να μειώνεται και το ποσοστό των κομμάτων εκτός Βουλής από το 12% που είναι η οροφή. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις εκλογές του 2012 τα κόμματα που έμειναν εκτός Βουλής συγκέντρωσαν ποσοστό μόλις 6%.

Τα… μαθηματικά

- Κάποια κόμματα, όπως οι ΑΝ.ΕΛ., το ΚΙΔΗΣΟ (Γ.Α. Παπανδρέου), ο ΛΑΟΣ, ίσως και το ΠΑΣΟΚ, φαίνεται ότι θα έχουν οριακό αποτέλεσμα, ως προς το εάν θα μπουν ή όχι στη Βουλή. Αυτός όμως θα είναι ο πιο καθοριστικός παράγοντας που θα διευκολύνει ή θα δυσκολέψει την αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος.

- Σε κάθε περίπτωση, εφόσον το πρώτο κόμμα συγκεντρώσει ποσοστό άνω του 40,1%, εξασφαλίζει σίγουρη κοινοβουλευτική αυτοδυναμία, ενώ θα πρέπει να θεωρεί σχεδόν βέβαιη η αυτοδυναμία του και µε ποσοστό άνω του 39,6%.

- Ισχύει ότι: έστω και με μια ψήφο διαφορά, το πρώτο κόμμα παίρνει το bonus 50 βουλευτών!

- Εφόσον τα δυο μεγάλα κόμματα, ΣΥΡΙΖΑ και Ν. Δ., δεν κατορθώσουν αθροιστικά να υπερβούν το ποσοστό του 64,5% (και τα δύο μαζί, π.χ. ΣΥΡΙΖΑ 33% και Ν.Δ. 31%), τότε η κατάκτηση της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας είναι μάλλον αδύνατη! Εκτός και αν το πρώτο κόμμα συγκεντρώσει 41% και το δεύτερο 23,4%.

Ακόμα και με 32,99%

Με βάση τα παραπάνω, προκύπτουν δυο ενδιαφέροντα ενδεχόμενα: Το πρώτο αφορά τις προϋποθέσεις για το ελάχιστο εκλογικό ποσοστό για κοινοβουλευτική αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος: Αν τα κόμματα που θα εκπροσωπηθούν στη Βουλή συγκεντρώσουν το 79,72% του εκλογικού σώματος και μοιραστούν τις 300 έδρες, ενώ τα κόμματα που θα μείνουν εκτός Βουλής συνολικά συγκεντρώσουν ποσοστό 20,28%, τότε το τελικό όριο για σχηματισμό κοινοβουλευτικά αυτοδύναμης κυβέρνησης (151+ έδρες) είναι το ποσοστό 32,99% (είναι το κατώτατο εκλογικό ποσοστό για αυτοδυναμία).

Το δεύτερο, ποιες είναι οι προϋποθέσεις για το σχηματισμό πιθανής κυβέρνησης με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ. Σύνολο κομμάτων κυβέρνησης συνεργασίας με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ είναι το ποσοστό 36,76%, που δίνει και 155 έδρες (είναι το ελάχιστο ποσοστό που επιτρέπει την κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ ως πρώτο κόμμα). Ενώ το σύνολο των κομμάτων αντιπολίτευσης (Ν.Δ., Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ, Χ.Α.) σε μία κυβέρνηση με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ να είναι στο 63,24% και να έχει 145 έδρες.

Το τρίτο κόμμα

Έτσι όπως διαμορφώνεται το εκλογικό τοπίο, καθοριστικός θα είναι ο ρόλος του τρίτου κόμματος για το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας. Σύμφωνα με τα δημοσκοπικά ευρήματα, την τρίτη θέση διεκδικούν οι Χ. Α., το Ποτάμι, το ΚΚΕ και πιθανόν και το ΠΑΣΟΚ, που, αν συμβεί, θα αποτελέσει και την έκπληξη των εκλογών.

Η τρίτη θέση, σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας, οδηγεί στην τρίτη διερευνητική εντολή για το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας με κορμό το πρώτο κόμμα. Είναι ιδιαίτερη η περίπτωση κυβερνητικής συνεργασίας του πρώτου με το τρίτο κόμμα, ακόμη και με την παροχή ψήφου ανοχής, αλλά και αυτό υπό αριθμητικές προϋποθέσεις και δεσμεύσεις.


Κυβέρνηση μειοψηφίας με ψήφο ανοχής: Τι λέει το Σύνταγμα

Σύμφωνα με το άρθρο 84 παράγραφος 6 του Συντάγματος σχετικά με τις θετικές ψήφους που πρέπει να λάβει η κυβέρνηση όταν ζητά ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, προβλέπεται ότι πρόταση εμπιστοσύνης δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών. Δηλαδή μπορεί να υπάρξει κυβέρνηση και με 120 θετικές ψήφους, εφόσον όμως ψηφίσουν μόνο 239 βουλευτές (ενώ οι υπόλοιποι 61 θα έχουν π.χ. αποχωρήσει από την ψηφοφορία). Είναι σαφές ότι κατά την ψηφοφορία για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση πρέπει να απουσιάζουν 61 βουλευτές και η απουσία τους αυτή να είναι εκ των προτέρων γνωστή, στην ακραία περίπτωση που η κυβέρνηση διαθέτει μόλις 120 έδρες στη Βουλή. Η απουσία τους (των 61 βουλευτών) από τη Βουλή είναι απαραίτητη γιατί, αν παρίστανται και δεν εκφράσουν τη γνώμη τους (ψηφίζοντας παρών), οι ψήφοι τους θα καταμετρηθούν ως καταψήφιση της κυβέρνησης ή κατά της πρότασης εμπιστοσύνης που ζητά η κυβέρνηση από τη Βουλή, άρα «πέφτει» η κυβέρνηση.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι, αν ο ΣΥΡΙΖΑ κατορθώσει να εξασφαλίσει 135-140 έδρες, τότε ένα τουλάχιστον κόμμα της αντιπολίτευσης με αριθμό βουλευτικών εδρών 11-16 μπορεί να δώσει ψήφο ανοχής και ο ΣΥΡΙΖΑ να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας και έτσι να αποτραπεί το ενδεχόμενο επαναληπτικών εκλογών.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.