Του John McCormick
Μετά το ξέσπασμα της κρίσης χρέους στην Ελλάδα, στο δημόσιο διάλογο κυριάρχησε ενα θέμα, η αποχώρηση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορεί να πραγματοποιηθεί; Τι θα συμβεί αν φύγουμε; Θα μας πετάξουν εκτός; Και τελικά, τι συνέχεις θα έχει η έξοδος;
Αν και μια παρόμοια συζήτηση, γαι εντελώς διαφορετικούς λόγους γινόταν συχνά στην Βρετανία, πρόσφατα η συζήτηση άναψε ξανά μετά απο δηλώσεις του David Cameron. Αναρωτηθήκαμε, λοιπόν, πως γίνεται ο δημόσιος διάλογος γύρω από το θέμα της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση στην Βρετανία. Για αυτό το λόγο μεταφράσαμε και δημοσιεύουμε το παρακάτω άρθρο από το blog Euro Crisis in the Press του London School of Economics.
Από τον Ιανουάριο του 2013, και την ανακοίνωση, από μέρους του Βρετανού Πρωθυπουργού David Cameron, του σχεδίου του να προβεί σε δημοψήφισμα σχετικά με το αν θα συνεχίσει η Μεγάλη Βρετανία να αποτελεί μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει διευρυνθεί ο προβληματισμός σχετικά με τα ενδεχόμενα επακόλουθα της αποκαλούμενης “Brexit”. Ωστόσο, δεν μπορεί να είναι κάτι παραπάνω από εικασίες, διότι κανένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν εγκατέλειψε ποτέ αυτή τη «συμμαχία», αφήνοντάς μας να πλέουμε σε αχαρτογράφητα νερά.
Σε αρκετές προκαταρκτικές παρατηρήσεις χρειάζεται να είμαστε ξεκάθαροι. Καταρχήν, η υπόσχεση ενός δημοψηφίσματος έχει να κάνει πολύ λιγότερο με την αυθεντική προσπάθεια να τεθεί το ερώτησα σε εθνική ψηφοφορία, απ’ το να αποτρέψει μια ενδεχόμενη έριδα στο εσωτερικό του κυβερνώντος Συντηρητικού κόμματος, η οποία έχει βαθύτατα διχάσει την Ευρώπη. Εδώ υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις από την τελευταία φορά που η Βρετανία διεξήγαγε δημοψήφισμα για την Ευρώπη, το 1975. Και αυτό ήταν κατά κύριο λόγο αποτέλεσμα διαφωνίας στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος, παρότι τότε στην εξουσία βρίσκονταν οι Εργατικοί.
Δεύτερον, δεν υπάρχει κάποια βεβαιότητα ότι θα διεξαχθεί όντως δημοψήφισμα. Προκειμένου να πραγματοποιηθεί ένα δημοψήφισμα, οι Συντηρητικοί θα χρειαστεί να κερδίσουν την απόλυτη πλειοψηφία στις γενικές εκλογές του 2015. Ωστόσο, δεν τα πάνε τόσο καλά στις δημοσκοπήσεις και, παραδόξως, οι πιθανότητες να κερδίσουν έχουν ελαττωθεί από την άνοδο του Κόμμα Ανεξαρτησίας Ηνωμένου Βασιλείου ( UKIP), του μοναδικού κόμματος που τάσσεται τόσο υπέρ της Βρετανικής εξόδου από την Ε.Ε.
Εν τέλει, ακόμα κι αν το δημοψήφισμα διεξαχθεί, δεν παρέχεται κανένα εχέγγυο ότι το αποτέλεσμα του θα συνηγορήσει υπέρ της εξόδου. Μια από τις επιδράσεις της ανακοίνωσης του Cameron αποτέλεσε το γεγονός ότι ενθάρρυνε μια περισσότερο ενεργητική αντιπαράθεση σχετικά με τις επιπτώσεις της εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε., και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κοινή γνώμη αμφιταλαντεύεται: ενώ οι περισσότερες έρευνες το 2013 αποφαίνονταν ότι οι περισσότεροι θα ψήφιζαν να φύγουν παρά να μείνουν, κατά τη διάρκεια του 2014, τα ευρήματα ως τώρα δείχνουν ότι οι περισσότεροι θα ψήφιζαν να μείνουν παρά να φύγουν. Σε ελάχιστες περιπτώσεις υπήρξε πλειοψηφική στήριξη προς κάποια από τις δύο επιλογές, μετατρέποντας έτσι τα «δεν γνωρίζω» ένα κρίσιμο στοιχείο για την έκβαση.
Διαπραγματευόμενοι τους όρους μιας εξόδου
Ας υποθέσουμε, για χάρη της συζήτησης, ότι το δημοψήφισμα υλοποιείται και καταλήγει σε μια απόφαση για αποχώρηση. Οι επιπτώσεις θα είναι διττές.
Πρώτα, θα χρειαστεί να γίνει μια επίσημη διαπραγμάτευση των λεπτομερειών των νομικών συμφωνιών που έχουν συναφθεί από το Ηνωμένο Βασίλειο ως μέλος, μερικές εκ των οποίων χρονολογούνται πίσω στους όρους της ένταξής του, το 1973, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ). Ενώ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένας τέτοιος μακροσκελής κατάλογος συμφωνιών θα μπορούσε να αναγνωρισθεί και να αναθεωρηθεί, αυτό το βήμα και πάλι θα απείχε από την ολοκλήρωση. Η προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση συμπεριλάμβανε ένα μεγάλο αριθμό τροποποιήσεων στο εθνικό δίκαιο, οι οποίες είναι δύσκολο να ταυκτοποιηθούν και ακόμα δυσκολότερο να αναιρεθούν.
Εμείς, ακόμα, δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα πόσες εγχώριες νομοθεσίες έχουν επηρεαστεί από τις απαιτήσεις της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι επικριτές της Ε.Ε. εκτιμούν ότι ο αριθμός τους ανέρχεται τόσο ψηλά, ως και το 80%, αλλά μια πιο εμπεριστατωμένη αξιολόγηση το 2010 από τον οίκο αξιολόγησης House of Commons Library κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν πιο κοντά στο 7% . Στην έκθεση σημειώνεται επίσης, ότι δεν υπήρχε κανένας απολύτως ακριβής, ορθολογικός ή χρήσιμος τρόπος υπολογισμού του ποσοστού των εθνικών νομοθεσιών που βασίζονται ή επηρεάζονται από την Ε.Ε., κυρίως διότι οι ευρωπαϊκές και εθνικές βάσεις δεδομένων δεν είναι αξιόπιστες και ο διαχωρισμός ανάμεσα στις επιβεβλημένες από την Ε.Ε. ή στις εθνικά καθορισμένες αλλαγές στην νομοθεσία δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε το σύνολο της εγχώριας νομοθεσίας που έχει επηρεαστεί από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν υπάρχει καμία βεβαιότητα ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί πολιτική συμφωνία ώστε να αναθεωρηθούν όλες. Οι Βρετανοί έχουν ενσωματώσει ένα μεγάλο αριθμό τροποποιήσεων που προέρχονται από την νομοθεσία και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τα πορίσματα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Πολλές απ’ αυτές τις αλλαγές υπήρξαν ευπρόσδεκτες και θετικές, και πολλοί Βρετανοί αδιαμφισβήτητα θα δυσανασχετήσουν αν αναλογιστούν πόσα θα πρέπει να αντιστραφούν για να εξαλειφθεί το στοιχείο της Ε.Ε. από την βρετανική νομοθεσία, άλλωστε και η εξασφάλιση της απαραίτητης πολιτικής στήριξης θα είναι δύσκολη.
Το δεύτερο μέρος της απόσυρσης θα περιλαμβάνει πολυάριθμες οικονομικές και πολιτικές αλλαγές, οι οποίες θα είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν και να δρομολογηθούν. Η επαλήθευση των πλεονεκτημάτων της προσχώρησης στην Ε.Ε. αποτελεί μια αρκετά δύσκολη διαδικασία καθώς η προσπάθεια να φανταστεί κανείς πώς θα ήταν η Βρετανία σήμερα αν δεν είχε ποτέ ενταχθεί στην τότε ΕΟΚ, παρουσιάζει δυσχέρειες. Μπορούμε να ανατρέξουμε σε παραδείγματα χωρών, όπως η Νορβηγία και η Ελβετία, που δεν εντάχθηκαν ποτέ. Αλλά σε ποιο βαθμό μπορούν οι διαφορετικές τροχιές αυτών των χωρών να εξηγηθούν από τους ιδιαίτερους εθνικούς παράγοντες και σε ποιο βαθμό μπορούν να εξηγηθούν από την απόφασή τους να μην προσχωρήσουν στη ΕΟΚ/ Ε.Ε.;
Οι επιδράσεις μιας ενδεχόμενης εξόδου
Από μία άποψη, διακρίνεται κάποια παρολίγον καθολική συμφωνία. Η Βρετανία εκτός Ε.Ε. θα ήταν αδύνατον να αντισταθεί στην βαρυτική οικονομική και πολιτική έλξη του να ζεις στην πλουσιότερη αγορά του κόσμου. Και όπως ακριβώς η Νορβηγία και η Ελβετία, θα βρεθεί αναγκασμένη να υιοθετήσει το δίκαιο και την πολιτική της Ε.Ε. , χωρίς να έχει κανέναν απολύτως λόγο πάνω στη διαμόρφωση της νομοθεσίας ή της πολιτικής αυτής.
Από μία άλλη άποψη, υπάρχει επίσης ευρεία συμφωνία. Η Βρετανία θα έχανε τα περισσότερα από τα μέσα που διέθετε για να προσελκύει τις ξένες εταιρείες που επιζητούν την πρόσβαση στην Ε.Ε. . Φαίνεται πολύ πιθανό ότι αμερικάνικες, ιαπωνικές και κινέζικες εταιρείες θα περιορίσουν ή και θα αποφύγουν να επενδύσουν σε ένα Ηνωμένο Βασίλειο που δεν θα είναι μέλος της Ε.Ε., στρέφοντας το ενδιαφέρον τους αντίθετα, σε χώρες εντός της Ε.Ε., ώστε να απολαμβάνουν έτσι τα προνόμια που προκύπτουν από την ελεύθερη διακίνηση του κεφαλαίου, των ανθρώπων, των αγαθών και των υπηρεσιών για τους γείτονές τους.
Είναι επίσης ξεκάθαρο, ότι αποχωρώντας η Βρετανία από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα σιγήσει ακόμα περισσότερο η φωνή της σχετικά με τις παγκόσμιες υποθέσεις, συγκριτικά με ότι ισχύει τώρα. Έτσι όπως έχουν τα πράγματα, η Ε.Ε. παίζει συνήθως δευτερεύοντα ρόλο, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, σε ζητήματα διεθνούς ασφαλείας. Ωστόσο, η Βρετανία ως μέλος μια ομάδας που αριθμεί πάνω από μισό δισεκατομμύριο ανθρώπους, θα μπορεί να ακουστεί ηχηρότερα στον κόσμο, απ’ ό,τι αν προσπαθήσει να προχωρήσει μόνη της. Και όποιος πιστεύει ότι μπορεί να υπολογίζει στην «ειδική σχέση» της με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, αυταπατάται. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θα ενδιαφέρονται πολύ λιγότερο για την Βρετανία, αν αυτή αφήσει την Ε.Ε.
Η άλλη πτυχή της Βρετανικής εξόδου, προσανατολίζεται στα σημαινόμενα της εξόδου για τις άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε. αλλά και για το μέλλον της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Βρετανία μπορεί να έχει τη φήμη ως ένα απρόθυμο μέλος της Ε.Ε., αλλά η απουσία της θα γινόταν έντονα αισθητή. Έχει συνεισφέρει σημαντικά στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ιδίως ως υπέρμαχος της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, ως πρωτοστατούσα στις προσπάθειες για διεύρυνση της Ε.Ε. και ως βασική φωνή στις εξωτερικές σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει επίσης, λειτουργήσει ως κάτι σαν αντίβαρο στον ρόλο που διαδραματίζουν η Γερμανία και η Γαλλία στην Ε.Ε., στάση που έχει εκτιμηθεί από μικρότερα κράτη-μέλη.
Γενικότερα, με την ένδειξη ότι μέλη μπορούν όντως να αποχωρήσουν από την ένωση, μία βρετανική έξοδος θα μπορούσε να παρακινήσει και άλλες χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Ο ευρωσκεπτικισμός δεν αποτυπώνεται μόνο στη Βρετανία, όπως άλλωστε φάνηκε από την άνοδο των αντί-Ε.Ε. πολιτικών κομμάτων στην Γαλλία, την Ολλανδία, την Ιταλία, τη Φιλανδία και αλλού. Παρότι αυτά τα πολιτικά κόμματα ενοποιούνται χάρη της αντίθεσής τους στη μετανάστευση, δεν είναι απίθανο το ότι μια βρετανική έξοδος θα μπορούσε να ενθαρρύνει πολλούς ψηφοφόρους σε αυτές τις χώρες να πιέσουν και για τη δική τους έξοδο.
Το αποτέλεσμα της εξόδου και άλλων χωρών εγείρει ανησυχητικά ερωτήματα σχετικά με το όλο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, και της πιθανής συρρίκνωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια μειονότητα των πιο αφοσιωμένων μελών, με περιορισμένες ευκαιρίες για ελεύθερο εμπόριο και μια πιο αδύναμη φωνή στις παγκόσμιες υποθέσεις.
Πόσα γνωρίζουν οι Βρετανοί ψηφοφόροι σχετικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση;
Όμως, η προοπτική του δημοψηφίσματος δεν εξαντλείται απλώς στο θέμα αν η Βρετανία μένει ή φεύγει. Σε πρώτη φάση, πρέπει να αναρωτηθούμε πόσο καλά προετοιμασμένοι είναι οι Βρετανοί ψηφοφόροι ώστε να πάρουν μια τέτοια απόφαση. Αν η καθοδήγηση επαφίεται στις δημοσκοπήσεις και την ιστορία, θα είναι ελλιπώς προετοιμασμένοι και πολλοί από αυτούς θα δελεαστούν να προβούν σε μία επιλογή, τις συνέπειες της οποίας δεν θα έχουν κατανοήσει πλήρως.
Εδώ και πολλά χρόνια τώρα, έρευνες που πραγματοποιούνται ανά διετία από το Ευρωβαρόμετρο, την υπηρεσία δημοσκοπήσεων της Ε.Ε., ζητούν από τους Ευρωπαίους να απαντήσουν σχετικά με το αν κατανοούν το έργο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από τους ερωτηθέντες, μόνο οι μισοί αισθάνονται ότι μπορούν να φέρουν ένα τέτοιο ισχυρισμό, με τους Βρετανούς να ταξινομούνται στο χαμηλότερο σημείο της κατάταξης.
Πράγματι, τόσοι λίγοι Βρετανοί κατανοούν την Ε.Ε., που σε μια έκθεση το 2013 από την Εκλογική Επιτροπή του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με την προτεινόμενη για δημοψήφισμα ερώτηση («Πιστεύετε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης;») πρότεινε ότι αυτή θα πρέπει να αλλαχθεί. Γιατί; Διότι θα μπορούσε να μπερδέψει τους ψηφοφόρους εκείνους που δεν γνώριζαν ότι η Βρετανία ήταν ήδη μέλος της Ε.Ε. .
Η ιστορία έχει δείξει ότι όταν οι ψηφοφόροι χωρών-μελών της Ε.Ε., όπως η Ιρλανδία, η Γαλλία και η Ολλανδία, είχαν την ευκαιρία να διεξάγουν δημοψήφισμα, θα επιλέξουν συνήθως λιγότερο σκεπτόμενοι το ίδιο το ερώτημα, παρά με βάση τη γνώμη τους για την ισχύουσα κυβέρνηση.
Προσφέροντας στον βρετανικό λαό ένα δημοψήφισμα σχετικά με το αν το Ηνωμένο Βασίλειο θα διατηρήσει την ιδιότητα του μέλους της Ε.Ε., μπορεί να μοιάζει με μια ευγενή άσκηση στη δημοκρατία, αλλά θα έχουμε πολλές αιτίες να αναρωτιόμαστε αναφορικά με τις επιπτώσεις. Θα είναι πραγματικά μια άσκηση στη δημοκρατία ή απλά μια απόπειρα να επιλυθεί μια έριδα στο εσωτερικό του Συντηρητικού Κόμματος; Έχουμε αναλογιστεί πλήρως τις επιπτώσεις μιας εξόδου; Θα βασίζεται το αποτέλεσμα σε μια αληθινά δημόσια κατανόηση των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων της παραμονής ως μέλους στην Ε.Ε., ή θα αποτελέσει απλά ένα μέτρο του πώς αισθάνονται οι Βρετανοί για την κατάσταση της χώρας τους; Και αν η Βρετανία ψηφίσει για να φύγει, πόσο σίγουροι μπορούμε να είμαστε ότι το αποφάσισε για τους σωστούς λόγους;
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να αμφισβητήσει κανείς τα πλεονεκτήματα του δημοψηφίσματος, και πολλοί λόγοι για να ανησυχεί για τις προοπτικές της Βρετανίας εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μετάφραση: Σταματίνα Τσιμοπούλου
Πηγή:http://afterhistory.blogspot.gr/2014/09/blog-post_5.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.