Του Κωνσταντίνου Πουλή
«Τέρμα η γωνία, κουφάλες. Κι όπως λέει η γηραιά κυρία της γειτονιάς μου, να είναι καλά τα παιδιά […] που δεν δραπέτευσαν στη μέση της μάχης εν ονόματι των αρχών».
Είναι ωραίο να νικάς και θλιβερό να θέλεις να χάνεις. Ιδίως είναι υποτιμητικό αν ψυχολογικά νιώθεις πιο άνετα στην ασφάλεια της ήττας. Στην ασφάλεια μιας θέσης δηλαδή που δεν έχει ευθύνες, δεν απαιτεί τίποτε άλλο από το να κατηγορείς τους άλλους που σε αδίκησαν.
Όλα αυτά είναι σωστά, υπό έναν όρο: Ότι την νίκη την επιτυγχάνεις ως αυτό που είσαι. Αυτός είναι ο ένας και μοναδικός, ο απαράβατος όρος για να έχουν νόημα αυτά που λέμε. Διαφορετικά, επαναλαμβάνεις το μόνιμο αδιέξοδο κάθε τέτοιας κίνησης: ότι η νίκη σου απαιτεί να γίνεις ίδιος με αυτόν που ανέτρεψες, πως παίρνεις τη θέση του μόνο αφού έχεις γίνει σαν τα μούτρα του.
Άκουγα τη βραδιά των εκλογών την Τασία Χριστοδουλοπούλου να λέει ότι η ιδέα πως ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχθηκε σε μνημονιακό κόμμα είναι μεταφυσική(!), διότι το κόμμα είναι οι άνθρωποι, και οι άνθρωποι δεν αλλάζουν.