Στη Γενεαλογία της Ηθικής, ο Νίτσε ισχυρίζεται ότι υπήρξαν δύο θεμελιώδεις τύποι ηθικής, που κυριαρχούν στη δυτική σκέψη, αυτή των δούλων και αυτή των κυρίων. Οι «κύριοι», είναι αυτοί που κάνουν τη βούληση τους πράξη και διαμορφώνουν την ηθική γενικά (η οποία είναι από κάθε άποψη σχετική), αλλά και ειδικά όπως ακόμη και του ίδιου του «δούλου».
Δούλους, ο Νίτσε ορίζει τα άτομα τα οποία χαρακτηρίζονται από μετριοπάθεια, υποχωρητικότητα και απάθεια. Αν και το θυμικό του δούλου κατακλύζεται από έντονα συναισθήματα, αυτά δεν εξωτερικεύονται ποτέ σε δυναμική, μετασχηματιστική βούληση, μη μπορώντας να ξεπεράσουν την εσωτερικευμένη πειθαρχία και αδράνεια που τους χαρακτηρίζει. Έτσι, ο δούλος επιλέγει έναν διαρκή συμβιβασμό.
Η ηθική του δούλου έγινε αντιληπτή εύκολα βέβαια από την ευαίσθητη πένα των ποιητών...«Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα…», «Πάντα οι νικημένοι έχουνε τ’ αδικο. Και τ’ άβουλο πλήθος….. πάει ταχτικά με τους νικητές. Ως τώρα η ιστορία του κόσμου είναι ιστορία των Νικητών.
Λεφτεριά θα πει δύναμη. Οι λαοί πιστεύουνε πιότερο τ’ αφτιά τους παρά τα μάτια τους. Πιότερο το Μύθο παρά τα γεγονότα. Πιότερο τη φαντασία τους παρά την κρίση τους».
«Αλίμονο στον αφτόδουλο πολίτη, που/φτασμένος στα έσχατα της απελπισιάς, /παραδίνεται για να σωθεί, στο έλεος του/Θεού και στους νόμους των κλεφτών»,
όπως έγραφε και ο λαικός μας ποιητής Κ. Βάρναλης. Αν σήμερα η ηθική του δούλου μας φαίνεται τόσο