Του Γιάννη Μακριδάκη
Αχάραγες εγέρσεις, ξυπνάς γι’ αυτό και μόνο, είναι η ένδειξη ότι κάτι σου συμβαίνει εξαιρετικό. Όπως ο έρωτας, γεμίζει το κεφάλι σου και δεν έχεις μυαλό για τίποτα παραέξω, γεμίζει την ψυχή σου, τη μέρα σου ολόκληρη και σε αιχμαλωτίζει.
Στο χωράφι έχει φουντώσει η ξινίθρα και απειλεί να πνίξει τα φυτά, αφού πηγαίνω εδώ και πολύν καιρό σαν κλέφτης, μονάχα το πρωί για να συλλέξω την τροφή μου και φεύγω, επιστρέφω γρήγορα στο κείμενο.
Σαν την κλωσσού, που σηκώνεται απ’ τ’ αυγά της για λίγα λεπτά, να ξεπιαστεί, να φάει και να δροσιστεί, ένστικτο αυτοσυντήρησης, μόνο αυτό την οδηγεί, και βέβαια το Χρέος της, κάθεται πάλι γρήγορα, ταμένη ως από μια προαιώνια Αποστολή να βγάλει τα πουλιά, να συνεχίσει τη ζωή.
Η Τέχνη δεν πτοείται απ’ όλα αυτά τα ανούσια της καθημερινότητας εντός του απαξιωμένου και πλάνου μας συστήματος, δεν επηρεάζεται διόλου απ’ την καθίζηση της αγοράς, από την οικονομική συμπίεση και ανέχεια, είναι υπεράνω αυτών, σε σύμπαντο παράλληλο, άχρονη και διαχρονική, κτήμα όλων των ανθρώπων