Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2015

Τράπεζα της Αγγλίας


Η Μ. Βρετανία έχει το υψηλότερο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της όσον αφορά τις χώρες του ΟΟΣΑ, μαζί με την Τουρκία, καθώς επίσης μία μεγάλη φούσκα ακινήτων – οπότε εύλογα δεν αυξήθηκαν τα βασικά της επιτόκια
Μετά την άνοδο των αμερικανικών επιτοκίων, δυόμιση χρόνια περίπου από την πρώτη φορά που τέθηκαν ως ενδεχόμενο, πολλοί θεώρησαν πως επρόκειτο για μία λανθασμένη ενέργεια της Fed – κάτι που άλλωστε συμπεραίνεται από την ίδια την ανακοίνωση της, η οποία αναφέρεται σε μία πολύ προσεκτική συνέχιση της ανοδικής τους πορείας.
Πριν από την κεντρική τράπεζα των Η.Π.Α., μία μόνο βιομηχανική χώρα δοκίμασε κάτι ανάλογο: η Νέα Ζηλανδία, η οποία αύξησε το 2014 το βασικό της επιτόκιο τέσσερις φορές, με την αιτιολογία των κλιμακούμενων πληθωριστικών προσδοκιών (ανάλυση). Εν τούτοις, οι προβλέψεις της δεν επαληθεύτηκαν, οπότε το 2015 άρχισε να μειώνει ξανά τα επιτόκια, επιστρέφοντας στην αφετηρία.

Η χώρα τώρα που θα μπορούσε ίσως να στηρίξει τη Fed, ακολουθώντας την στην πορεία αύξησης των βασικών επιτοκίων, είναι η Μ. Βρετανία – όπου πολλοί περίμεναν ότι θα το είχε κάνει ήδη στα τέλη του 2015. Η οικονομία της χώρας αναπτύσσεται με ρυθμό 2% αφαιρουμένου του πληθωρισμού τα τελευταία χρόνια, όπως ακριβώς οι Η.Π.Α. (γράφημα), ενώ το ΑΕΠ της το 2015 φαίνεται πως αυξήθηκε κατά 2,4% – με την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, καθώς επίσης των επιχειρήσεων, σε ιστορικά υψηλά.

Περαιτέρω, αυτό που κυρίως βοήθησε την ανάπτυξη είναι η εσωτερική κατανάλωση, ενώ η ανεργία συνέχισε την καθοδική της πορεία – φτάνοντας κάτω από το ποσοστό του 2006/07, πριν από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Αρκετοί δε αναφέρουν ότι έχει φτάσει σε επίπεδα πλήρους απασχόλησης, αφού πολλές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εύρεση εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού – ενώ οι μισθοί άρχισαν ξανά να αυξάνονται.
Επομένως, όλες οι συνθήκες μοιάζουν θετικές, όσον αφορά την αύξηση των βασικών επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα στο 0,75% από 0,50% σήμερα – κάτι με το οποίο όμως δεν συμφώνησαν πρόσφατα οκτώ από τα μέλη της, οπότε δεν ψηφίστηκε.
Οι κυριότερες αντιρρήσεις τους είχαν σχέση με την εξέλιξη του πληθωρισμού, αφού οι τριμηνιαίες προβλέψεις, τις οποίες διενεργεί η κεντρική τράπεζα, δεν ήταν θετικές. Όσον αφορά την παρούσα εξέλιξη των τιμών, ήταν χαμηλότερη από το 2% που είχε προβλεφτεί τον Αύγουστο του 2014 – οφειλόμενη κυρίως στις τιμές του πετρελαίου.
Σήμερα η αύξηση των τιμών υπολογίζεται στο 0,1% ή στο 1,2% χωρίς την ενέργεια – γεγονός που σημαίνει ότι, δεν έχουν υποχωρήσει οι αποπληθωριστικές πιέσεις. Η κεντρική τράπεζα λοιπόν ανέβαλλε την αύξηση των επιτοκίων, τουλάχιστον έως ότου αρχίσουν να κλιμακώνονται εντονότερα οι μισθοί – αφού διαπίστωσε πως υπάρχει ακόμη μία μικρή υπερπροσφορά εργατικού δυναμικού, η οποία εμποδίζει την άνοδο τους.
Προφανώς δε η είσοδος εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών στην Ευρώπη θα δυσκολέψει την άνοδο των μισθών, οπότε των τιμών – με αποτέλεσμα να ενταθούν οι αποπληθωριστικές πιέσεις σε όλα τα κράτη, εμποδίζοντας την αύξηση των επιτοκίων ακόμη και αν κλιμακωθεί το κόστος της ενέργειας (κάτι αρκετά πιθανόν, αφού η σημερινή κατάσταση δεν συμφέρει κανέναν).

Η άλλη όψη του νομίσματος

Από την άλλη πλευρά όμως, η Μ. Βρετανία έχει το υψηλότερο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της όσον αφορά τις χώρες του ΟΟΣΑ, μαζί με την Τουρκία (γράφημα) – όπου όμως, ενώ η τουρκική λίρα πιέζεται όσον αφορά την ισοτιμία της, η στερλίνα παραμένει ένα από τα σημαντικότερα νομίσματα παγκοσμίως (το τέταρτο μετά το δολάριο, το ευρώ και το γεν).

Την ίδια στιγμή, το Λονδίνο βιώνει μία από τις μεγαλύτερες φούσκες ακινήτων στον πλανήτη – η οποία οφείλεται κυρίως στη ζήτηση από το εξωτερικό, η οποία επικεντρώνεται στη νότια Αγγλία. Η ζήτηση αυτή δεν απαιτεί πιστώσεις, αφού οι αγορές γίνονται σχεδόν εξ ολοκλήρου με τα ξένα κεφάλαια που εισρέουν στη χώρα – ιδίως από τις ισλαμικές χώρες, από τη Ρωσία, καθώς επίσης από την Κίνα.
Τα ξένα αυτά κεφάλαια τροφοδοτούν επίσης σε μεγάλο βαθμό την εσωτερική κατανάλωση, στην οποία στηρίζεται η άνοδος του ΑΕΠ – γεγονός που σημαίνει ότι, τυχόν υποχώρηση τους (εκροές) θα δημιουργούσε τεράστια προβλήματα στη βρετανική οικονομία.

Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος

Περαιτέρω υπενθυμίζουμε ότι, το Λονδίνο είναι το μεγαλύτερο χρηματοοικονομικό κέντρο της Ευρώπης, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο το σημαντικότερο μαζί με τη Νέα Υόρκη. Για το City του Λονδίνου, η συμμετοχή στην ΕΕ έχει πολύ μεγάλη σημασία, ενώ ταυτόχρονα επωφελείται από τον παγκόσμιο προσανατολισμό του – οπότε, τυχόν έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ, θα είχε πολύ σημαντικά επακόλουθα για την οικονομία της χώρας.
Συνεχίζοντας, στις αγορές παραγώγων και συναλλάγματος, η Μ. Βρετανία κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως – ενώ αποτελεί έναν από τους προσφιλέστερους τόπους εγκατάστασης κερδοσκοπικών κεφαλαίων (Hedge funds), επενδυτικών εταιρειών, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων.
Ως εκ τούτου, η χώρα αρνείται την υιοθέτηση της φορολογίας επί των τραπεζικών συναλλαγών που θέλει να επιβάλλει η ΕΕ, φοβούμενη τις συνέπειες για τον αρκετά διογκωμένο χρηματοπιστωτικό της τομέα (γράφημα) – η «προστιθέμενη αξία» του οποίου είναι 12% στην οικονομία της, ενώ συμβάλλει σημαντικά στα φορολογικά της έσοδα.

Περαιτέρω, λόγω της ισχυρής δικτύωσης του τραπεζικού της τομέα με τον υπόλοιπο πλανήτη, η Μ. Βρετανία υπέφερε σε πολύ μεγάλο βαθμό από την κρίση του 2008 – ενώ αναγκάσθηκε να εθνικοποιήσει πολλές τράπεζες της με κρατικά μέσα, για να μην χρεοκοπήσουν.
Επειδή δε η κρίση έφερε στην επιφάνεια πολλά προβλήματα ρυθμιστικής και δομικής μορφής του συστήματος, η κυβέρνηση της χώρας ψήφισε έναν νόμο τον Απρίλιο του 2013, με τον οποίο αναβαθμίσθηκαν σημαντικά οι αρμοδιότητες της κεντρικής τράπεζας – όσον αφορά την επιτήρηση ολόκληρου του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει οι τράπεζες, έως το 2019, να «οχυρώσουν» τον τομέα των καταθέσεων και χορηγήσεων τους (λιανική τραπεζική), σε σχέση με τον επενδυτικό – έτσι ώστε να μπορούν να διασφαλίζουν καλύτερα τις αποταμιεύσεις των πελατών τους.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, αυτό που έχει καταφέρει η Μ. Βρετανία, σε αντίθεση με την Ευρωζώνη, είναι η αντιμετώπιση του προβλήματος της ανεργίας – με το αριθμό των απασχολουμένων να είναι μεγαλύτερος από ποτέ, έχοντας φτάσει στα 30,8 εκ. άτομα στα μέσα του 2014. Η ανεργία είναι της τάξης του 6%, τόσο χαμηλή δηλαδή όσο και πριν από έξι έτη, με την αντίστοιχη των νέων στο 16%.
Έχει επιτύχει επομένως να εξελιχθεί σε μία οικονομία που δεν ευημερούν οι αριθμοί εις βάρος των ανθρώπων, όπως συμβαίνει δυστυχώς σήμερα στη γερμανική Ευρώπη, αλλά που προηγούνται οι άνθρωποι των αριθμών – κάτι που θα μπορούσε να συνεχισθεί, εάν δεν υπήρχε ενδιάμεσα η αντίθετη πολιτική της Γερμανίας, η οποία επιμένει να ζει εις βάρος των άλλων (μερκαντιλισμός), οδηγώντας στον ίδιο δρόμο ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Στα πλαίσια αυτά, τυχόν απόφαση των Βρετανών που θα οδηγούσε στην έξοδο από την ΕΕ θα ήταν εξαιρετικά σημαντική τόσο για τους ίδιους, όσο και για ολόκληρη την ήπειρο μας – ενώ ασφαλώς η κεντρική τράπεζα της Αγγλίας υπολογίζει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, όσον αφορά την απόφαση της σε σχέση με τα βασικά επιτόκια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.