Του Δημήτρη Καζάκη
[Ημερομηνία δημοσίευσης: 07/03/2010 στην εφημερίδα "ΑΥΓΗ"]
Ολόκληρο το οικονομικό σύστημα της χώρας τελεί υπό καθεστώς χρεωκοπίας. Η κυβέρνηση μαζί με τα ποικίλα «παπαγαλάκια» των εγχώριων και διεθνών κυκλωμάτων έχουν στήσει μια ολόκληρη επιχείρηση για να πείσουν ότι η χώρα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα χρεωκοπίας, όσο ακολουθεί πιστά τις έξωθεν εντολές και όσο παραδίδεται ανυπεράσπιστη και ανοχύρωτη στις πιέσεις των αγορών και των ευρωκρατούντων. Το παράξενο είναι ότι αυτό το παραμύθι φαίνεται να πιάνει περισσότερο στο εσωτερικό της αριστεράς. Για πολλούς στην αριστερά η φιλολογία περί χρεωκοπίας δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα κόλπο της κυβέρνησης και των αγορών για να επιβάλουν την αντιλαϊκή τους πολιτική. Δεν υπάρχει ζήτημα χρεωκοπίας, λένε, μόνο πρόβλημα κόστους και διαθεσιμότητας δανεισμού, αυτό είναι όλο. Άλλωστε η Ε.Ε. έχει συμφέρον να μην αφήσει την Ελλάδα να χρεοκοπήσει, επαναλαμβάνουν μαζί με την επίσημη προπαγάνδα.
Υπάρχει, λοιπόν, ζήτημα χρεωκοπίας για την Ελλάδα; Όποιος δεν έχει τυφλωθεί ακόμη από την επίσημη προπαγάνδα, γνωρίζει πολύ καλά ότι ολόκληρο το οικονομικό σύστημα της χώρας τελεί υπό καθεστώς χρεωκοπίας. Αυτή είναι η αλήθεια. Κι αυτό γιατί η χρεωκοπία δεν επέρχεται μόνο όταν βγαίνουν επίσημα οι κυβερνώντες και αναγγέλλουν το γνωστό από την εποχή του Χ. Τρικούπη «δυστυχώς, επτωχεύσαμεν». Ούτε η χρεωκοπία εξαρτάται από το αν και κατά πόσο θα συνεχίσει να βρίσκει το κράτος πηγές δανεισμού. Αυτό ίσως να επιδράσει στο πότε θα γίνει η επίσημη αναγγελία της, αλλά η αληθινή χρεωκοπία ισοδυναμεί με την αδυναμία να καλυφθούν οι τρέχουσες υποχρεώσεις που προκύπτουν από τον δανεισμό. Επομένως και μόνο το γεγονός ότι το κράτος σήμερα χρειάζεται δανεικά για να εξυπηρετήσει το δημόσιο χρέος είναι αρκετό για να μιλάμε για μια εκ των πραγμάτων χρεωκοπία. Κι αυτό ανεξάρτητα από το πότε ή το πώς η Ε.Ε., το ΔΝΤ, οι τράπεζες και οι κερδοσκόποι των χρηματαγορών θα κρίνουν ότι τους συμφέρει να προχωρήσουν και στην επίσημη πτώχευση της χώρας.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Μόνο το 2009 για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους δαπανήθηκαν πάνω από 41 δισ. ευρώ ως τοκοχρεωλύσια (βλ. Πίνακα 1). Πράγμα που αντιστοιχεί στο 47% του συνόλου των δημοσίων δαπανών και στο 17% του ΑΕΠ της χώρας. Αν σ' αυτά συνυπολογιστούν και οι εξοφλήσεις βραχυπρόθεσμων τίτλων, οι οποίες αφορούν κυρίως τίτλους Euro Commercial Paper (ECP) που εκδίδονται για ένα σύντομο χρονικό διάστημα -κατά μέσο όρο 182 ημέρες- και έχουν σαν βασικό στόχο την άμεση άντληση «κεφαλαίου κίνησης», τότε οι συνολικές δαπάνες εξυπηρέτησης εκτινάσσονται σε δυσθεώρητα ύψη. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο για το 2009 οι εξοφλήσεις βραχυπρόθεσμων τίτλων έφτασαν κοντά στα 36 δισ. ευρώ. Έτσι το συνολικό κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους για το 2009 ξεπέρασε τα 77 δισ. ευρώ, όταν τα δημόσια έσοδα για την ίδια χρονιά μόλις που υπερβαίνουν τα 59 δισ. ευρώ. Έτσι, το συνολικό κόστος εξυπηρέτησης αντιστοιχεί πια σχεδόν στο 90% των δημοσίων δαπανών και στο 32% του ΑΕΠ της χώρας. Ποιος είναι αυτός που με σοβαρότητα μπορεί να υποστηρίξει ότι μια οικονομία -και μάλιστα τόσο παραγωγικά αναιμική όσο η οικονομία της Ελλάδας- είναι σε θέση να αντέξει μια τέτοια εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους;
Πώς είναι δυνατόν να υπάρξει έστω και υποψία άλλης δημοσιονομικής πολιτικής, όσο ο κρατικός προϋπολογισμός και γενικά τα δημόσια οικονομικά βαρύνονται από αυτό το ανυπόφορο κόστος; Πόσο πρέπει να συρρικνωθούν οι δημόσιες δαπάνες για να γίνει δυνατή μια μερική έστω αποπληρωμή του χρέους; Η προοπτική πραγματικής μείωσης του δημόσιου χρέους δεν υφίσταται σε κανένα από τα πακέτα «διάσωσης» που συζητά η Ε.Ε. και το ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία. Μάλιστα οι Βρυξέλλες εκτιμούν ότι το 2011, με το πέρας του «προγράμματος σταθερότητας», το δημόσιο χρέος θα έχει σκαρφαλώσει στο 135% του ΑΕΠ. Μόνο που ένα τέτοιο χρέος θα έχει εκτινάξει τις ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησής του τουλάχιστον στα 46 δισ. ευρώ σε τοκοχρεωλύσια και στα 38 δισ. ευρώ σε εξοφλήσεις βραχυπρόθεσμων τίτλων. Με άλλα λόγια, το σύνολο των ετήσιων δαπανών εξυπηρέτησης θα φτάσει να ξεπερνά το 35% του ΑΕΠ της χώρας. Κι όλα αυτά χωρίς να έχει συνυπολογιστεί η εκτίναξη του κόστους δανεισμού, το οποίο πέρυσι σχεδόν διπλασιάστηκε και φέτος έχει ήδη τριπλασιαστεί σε σύγκριση με το 2008, χωρίς κανείς να γνωρίζει μέχρι πού μπορεί να φτάσει.
Η αλήθεια είναι ότι όσοι μισθοί κι αν περικοπούν, όσο κι αν λεηλατηθεί το λαϊκό εισόδημα, όσο κι αν ξεπουληθεί η χώρα στις διεθνείς αγορές, όχι μόνο είναι πρακτικά αδύνατο να αναχαιτισθεί το δημόσιο χρέος και η διαρκώς ογκούμενη εξυπηρέτησή του, αλλά οδηγούμαστε με μαθηματική βεβαιότητα σε μια μεγαλύτερη έξαρση. Είναι χαρακτηριστικό ότι τη διετία της «δημοσιονομικής προσαρμογής» 2010 και 2011 το ελληνικό δημόσιο θα χρειαστεί σχεδόν 90 δισ. ευρώ μόνο για τοκοχρεωλύσια, όταν τα προϋπολογιζόμενα δημόσια έσοδα αναμένεται να φτάσουν τα 134 δισ. ευρώ. Πώς είναι δυνατόν να μιλά κανείς για αποφυγή της χρεοκοπίας όταν με το «καλημέρα σας» πρέπει να πληρώσει στους δανειστές του το 67% των προσδοκόμενων εσόδων του; Και άρα τι νόημα έχουν οι «θυσίες» που καλείται η χώρα και ο λαός της να υποστούν για να βγούμε δήθεν από την οικονομική κρίση;
Η Ε.Ε., όπως και το ΔΝΤ, δεν ενδιαφέρεται να ξεπεράσει την οικονομική κρίση η Ελλάδα, αλλά να προστατεύσει αφενός το ευρώ και αφετέρου τους κερδοσκόπους κατόχους των τίτλων του ελληνικού χρέους -εκ των οποίων οι χρηματοπιστωτικοί οίκοι της Γαλλίας, της Ελβετίας και της Γερμανίας κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος- από τη χρεωκοπία της χώρας. Τα μέτρα που επιβάλλονται έχουν σαν πρώτο και κύριο σκοπό να εξασφαλίσουν ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει απρόσκοπτα να πληρώνει τους δανειστές της, ακόμη κι αν χρειαστεί να ξεπουληθεί ολόκληρη η χώρα και ο λαός της. Πρόκειται για έναν αληθινό φόρο αίματος στον βωμό των διεθνών κερδοσκόπων και τοκογλύφων. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο τα τοκοχρεωλύσια που έχει καταβάλει το ελληνικό δημόσιο για τη δεκαετία 2000-2009 ανέρχονται στα 297 δισ. ευρώ! Με άλλα λόγια, το ελληνικό δημόσιο έχει προεξοφλήσει ήδη ολόκληρο σχεδόν το σημερινό δημόσιο χρέος του που ανέρχεται στα 298 δισ. ευρώ για το 2009! Κι όλα αυτά δίχως να έχουμε συνυπολογίσει τις εξοφλήσεις των βραχυπρόθεσμων τίτλων για την ίδια περίοδο. Πρόκειται για ένα αληθινό φόρο αίματος στους διεθνείς κερδοσκόπους και τοκογλύφους που θέτει επί τάπητος την ίδια την βιωσιμότητα της εθνικής οικονομίας.
Ποιος ευθύνεται για τη σημερινή κατάσταση;
Η συνήθης δικαιολογία του συρμού που ακούγεται για τις ευθύνες της σημερινής κατάστασης, είναι ότι φταίει το σπάταλο και διεφθαρμένο κομματικό κράτος. Όμως, η αλήθεια βρίσκεται πολύ πιο βαθιά.
Από τα τέλη της δεκαετίας του '80 επιβλήθηκε στη χώρα ένα καταστροφικό μοντέλο «εξωστρεφούς» ανάπτυξης, ανοιχτό στις πιο ασύδοτες και μονοπωλιακές δυνάμεις των διεθνών αγορών. Ανοχύρωτη η χώρα και κλειδωμένη στον αυτόματο πιλότο της Ε.Ε., οικοδόμησε μια παρασιτική οικονομία που αποτέλεσε και αποτελεί έναν παράδεισο κερδοφορίας για το μεγάλο κεφάλαιο. Θα αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το μερίδιο του επιχειρηματικού κέρδους στην ετήσια προστιθέμενη αξία στις ΗΠΑ κυμάνθηκε την τελευταία δεκαετία γύρω από το 32%, στην Ευρωζώνη κατά μέσο όρο στο 36%, ενώ στην Ελλάδα ξεπέρασε το 56%! Την ίδια ώρα που στην Ελλάδα η αποζημίωση της εργασίας κυμάνθηκε στο 35%, ενώ στην Ευρωζώνη στο 55%!
Για να στηριχθεί λοιπόν η κερδοφορία του κεφαλαίου και να διατηρήσει αυτά τα εξωφρενικά επίπεδα μέσα σε μια χειμαζόμενη οικονομία όπου η αγοραστική δύναμη και η παραγωγική ικανότητα της εγχώριας αγοράς συμπιεζόταν διαρκώς όλο και πιο πολύ, χρειάστηκε η εκρηκτική επέκταση του δανεισμού. Και μάλιστα σ' όλα τα επίπεδα. Έτσι φτάσαμε στο σημείο το μέσο νοικοκυριό σήμερα να χρωστά το 70% του διαθέσιμου εισοδήματός του, οι τράπεζες να έχουν εξωτερικό χρέος που ξεπερνά το 52% του ΑΕΠ της χώρας και το δημόσιο χρέος να βρίσκεται στα ύψη. Όλα αυτά ήταν το αναγκαίο αποτέλεσμα ενός ολόκληρου τρόπου ανάπτυξης που υπέταξε τη χώρα σε μια πλασματική (κυρίως δανειακή) επέκταση της εσωτερικής ζήτησης, η οποία στηριζόταν κυρίως στην αναγωγή ενός ολόκληρου συστήματος αγυρτείας και απάτης σε βασικό μοχλό της οικονομίας, μέσα από την προνομιακή ενίσχυση της κερδοσκοπίας στις χρηματαγορές, στην πιστωτική και χρηματιστική αγορά.
Την τραγική εικόνα της ελληνικής οικονομίας ήρθε να συμπληρώσει η είσοδος στην ΟΝΕ και η επιβολή του ευρώ. Μπορεί η ΟΝΕ και το ευρώ να μην αποτελούν τις αιτίες των προβλημάτων και των αδιεξόδων της χώρας, αλλά είναι πλέον πασιφανές ότι λειτούργησαν καταλυτικά στη δραματική επιδείνωση της συνολικής κατάστασης. Λειτούργησαν σαν ασφυκτικός «κορσές», που προκαλεί ασφυξία στην οικονομία και την κοινωνία, σαν θανάσιμος «βρόγχος» στον λαιμό μιας ήδη προβληματικής και εντελώς εξασθενημένης οικονομίας. Έτσι οδήγησαν από την πρώτη στιγμή ολόκληρη την οικονομία, το λαϊκό εισόδημα και την εγχώρια αγορά σε βαθύτατη κρίση, η οποία προηγήθηκε της παγκόσμιας κρίσης που ξέσπασε το 2007-2008. Τόσο η κυβέρνηση όσο και η Ε.Ε. απάντησαν στην κρίση αυτή ενισχύοντας με κάθε τρόπο τον δανεισμό. Κι έτσι δημιούργησαν μια οικονομία-φούσκα για την στήριξη του «ισχυρού ευρώ», η οποία εμφανιζόταν εικονικά να αναπτύσσεται ταχύρρυθμα, ενώ στην πραγματικότητα κατέρρεε.
Όταν ξέσπασε η παγκόσμια κρίση και η τρομακτική υπερσυσσώρευση κυρίως πλασματικού κεφαλαίου άρχισε να καταρρέει διεθνώς, τότε άρχισαν να σπάνε μία-μία και οι διάφορες φούσκες. Τα οικονομικά θαύματα τύπου Ιρλανδίας έσβησαν εν μία νυκτί. Χώρες σαν την Ισλανδία χρεοκόπησαν. Μαζί τους έσκασε και η φούσκα της ελληνικής οικονομίας, ενώ κινδυνεύει από στιγμή σε στιγμή να σκάσει και η τεράστια χρηματοπιστωτική φούσκα που δημιούργησε το ευρώ στο σύνολο της ευρωζώνης. Η τεράστια διευκόλυνση της χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας που έφερε το ευρώ οδήγησε σήμερα τις τράπεζες της ευρωζώνης -κυρίως των ισχυρών εταίρων- να κατέχουν τίτλους (ομόλογα, παράγωγα, κ.ο.κ.) συνολικής αξίας άνω των 41 τρισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 26 τρισ. να ανήκουν στην κατηγορία των «τοξικών προϊόντων», όπως ονομάστηκαν τα παράγωγα υψηλού ρίσκου που προκάλεσαν το μεγάλο κραχ το φθινόπωρο του 2008. Αν σκεφτούμε ότι το συνολικό ΑΕΠ της ευρωζώνης ανέρχεται μόλις στα 9,6 τρισ. ευρώ, μπορεί να καταλάβει ο καθένας ότι αυτή η τεράστια συγκέντρωση σε χρηματοπιστωτικούς τίτλους είναι μια βόμβα στα θεμέλια της ευρωζώνης που είναι έτοιμη να εκραγεί ανά πάσα στιγμή.
Εδώ βρίσκεται και ο κίνδυνος για το ευρώ, που δεν προκάλεσαν ούτε οι επιθέσεις των κερδοσκόπων, ούτε το έλλειμμα της Ελλάδας, ή των άλλων χωρών, αλλά η ίδια η επιτυχία του ως διεθνές μέσο αποθησαυρισμού, συσσώρευσης και κερδοσκοπίας στις αγορές κεφαλαίου. Εδώ εντοπίζεται και το ενδιαφέρον των Βρυξελλών, όπως και των διεθνών αγορών. Δεν τους ενδιαφέρει αυτό καθαυτό το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας, αλλά να μην θιγεί η βιωσιμότητα του ευρώ και η ενότητα της ευρωζώνης. Να μην γίνει η Ελλάδα αφορμή για ένα ντόμινο χρεωκοπιών και αποχωρήσεων από την ευρωζώνη που θα υπονομεύσουν το ευρώ και θα πυροδοτήσουν την κατάρρευση της ΟΝΕ κάτω από ήδη δυσβάσταχτο βάρος της υπερσυσσώρευση «τοξικών» τίτλων.
Η χώρα αντιμετωπίζει μια νέα ιδιότυπη κατοχή
Η χώρα οδηγείται σε ένα ασφυκτικό καθεστώς δημοσιονομικής κατοχής, γιατί η «δημοσιονομική προσαρμογή» που ζητούν οι αγορές και οι Βρυξέλλες ισοδυναμεί με πολιτική αυτοχειριασμού, καταστροφής και διάλυσης. Το κύριο μέλημα των Βρυξελλών δεν είναι η αποτροπή της χρεωκοπίας αυτής καθαυτής, αλλά να αποφευχθεί για όσο αυτό είναι δυνατό η επίσημη ανακοίνωσή της. Αν και τα δεδομένα λένε ότι δεν θα την αποφεύγουν ακόμη για πολύ. Η χώρα έχει καταδικαστεί σε ολοκληρωτική καταστροφή, προκειμένου με την τελευταία ικμάδα της οικονομίας της, με ό,τι έχει απομείνει από την αγοραστική δύναμη των λαϊκών στρωμάτων και της εγχώριας αγοράς να συνεχίσει να πληρώνει τους δανειστές της.
Η κυβέρνηση έχει ήδη παραδώσει τα κλειδιά της χώρας στις Βρυξέλλες και τις αγορές. Δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να υποτάσσεται στις έξωθεν εντολές. Η ίδια η έννοια της εθνικής κυριαρχίας τουλάχιστον στο πεδίο της οικονομίας και της οικονομικής πολιτικής, αποτελεί φρικτή φάρσα. Η παλιά λογική της ψωροκώσταινας και των ιστορικά πιο άθλιων καθεστώτων εθνικής υποτέλειας γνωρίζει νέα μεγαλεία. Η πολιτική ηγεσία της χώρας νοιάζεται μόνο για το πώς θα «αποκαταστήσει την αξιοπιστία της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές», δηλαδή στους κερδοσκόπους. Και για να το πετύχει είναι διατεθειμένη να τα δώσει όλα, ό,τι και να της ζητηθεί.
Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση, οι απλοί εργαζόμενοι δεν έχουν απλά να αντιμετωπίσουν μια άγρια αντιλαϊκή πολιτική, αλλά την χρεωκοπία ενός ολόκληρου συστήματος που καταρρέει και απειλεί να συμπαρασύρει ολόκληρη τη χώρα και τον λαό της.
Τι πρέπει να γίνει; Να αναζητήσουμε πρόσθετες πηγές δανεισμού; Να αναζητήσουμε ευρωομόλογα, λαϊκά ομόλογα, κινέζικα, ρωσικά ή αραβικά κεφάλαια, κ.λπ., προκειμένου να συνεχίσουμε να πληρώνουμε τον φόρο αίματος στους δανειστές κερδοσκόπους; Ή να σπάσουμε εδώ και τώρα τον φαύλο κύκλο του δανεισμού; Κι αυτό μπορεί να γίνει προς όφελος της χώρας και του λαού της μόνο με έναν τρόπο: την μονομερή παύση πληρωμών προς τους δανειστές. Στο κάτω-κάτω της γραφής οι εργαζόμενοι δεν έχουν καμιά υποχρέωση να αποπληρώσουν χρέη, που αποτελούν προϊόντα τοκογλυφίας, ρεμούλας και κερδοσκοπίας. Και τα οποία τα έχουν ήδη πληρώσει διπλά και τρίδιπλα όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Το μέτρο αυτό είναι ένα αμυντικό μέτρο ανάγκης, το οποίο θα μας επιτρέψει να διασώσουμε τους τεράστιους πόρους, που σήμερα κατασπαταλιούνται για το χρέος, και να τους διοχετεύσουμε σε έναν ριζικά διαφορετικό τρόπο ανάπτυξης, ο οποίος θα βασίζεται στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας με πρωταρχικό κριτήριο τις πιο επείγουσες ανάγκες του εργαζόμενου λαού και της χώρας. Πρόκειται για ένα μέτρο που χρειάζεται να συνοδευτεί άμεσα με την επιβολή δραστικών ελέγχων στην κίνηση του κεφαλαίου, που πρόσφατα ακόμη και το ΔΝΤ χαρακτήρισε ως ένα «χρήσιμο εργαλείο της οικονομικής πολιτικής», καθώς και με την εθνικοποίηση των κύριων τραπεζών, ώστε να πάψει το πιστωτικό σύστημα να απομυζά την οικονομία και το εισόδημα.
Μπορεί να ασκηθεί μια τέτοια πολιτική εντός της ΟΝΕ και με το ευρώ; Σαφώς όχι. Όσο η χώρα βρίσκεται υπό το καθεστώς του ευρώ είναι υποχρεωτικά εκτεθειμένη στις πιέσεις, τους εκβιασμούς και τις επιδρομές της διεθνούς κερδοσκοπίας, είναι παντελώς ανοχύρωτη απέναντι στις πιο ασύδοτες δυνάμεις της αγοράς και λειτουργεί ως αναλώσιμο είδος για τα διευθυντήρια της Ευρωζώνης. Η οικονομία της χώρας πρέπει να αποκτήσει τη νομισματική της ελευθερία για να είναι σε θέση να απελευθερώσει τις δυνατότητές της, να ανασυγκροτήσει την παραγωγική της βάση και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που προσφέρει η διεθνής οικονομική ζωή. Το ιστορικό δίλημμα που δίχασε παλιότερα την αριστερά σήμερα βρίσκει την τελειωτική του απάντηση στην πράξη. Σήμερα, κάθε πρόταση που δεν αγγίζει το ευρώ, όσο φιλολαϊκή ή αριστερή κι αν εμφανίζεται, όσο αγνές προθέσεις κι αν έχει, στην πράξη εξαπατά τους εργαζόμενους και βάζει πλάτη στην κυρίαρχη πολιτική.
Πηγή:http://dimitriskazakis.blogspot.gr/2011/02/blog-post_3079.html#more
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.